Η Ρευματοειδής αρθρίτιδα (ΡΑ) είναι μια συχνή μορφή αρθρίτιδας. Προκαλεί φλεγμονή στις αρθρώσεις οι οποίες εμφανίζονται θερμές, διογκωμένες, πονούν, μπορεί να είναι ερυθρές και έχουν μειωμένο εύρος κίνησης. Είναι χρόνια νόσος, προσβάλλει σχεδόν όλες τις αρθρώσεις του σώματος και το αποτέλεσμα της είναι η καταστροφή του χόνδρου των οστών, των τενόντων και συνδέσμων τους.
Ποιούς προσβάλλει
Εμφανίζεται περίπου στο 1% του πληθυσμού. Συνήθως προσβάλλονται οι ηλικίες των 30-40 όμως μπορεί να εμφανισθεί σε κάθε ηλικία από την παιδική μέχρι τη γεροντική. Προσβάλλονται όλες οι φυλές. Οι γυναίκες εμφανίζουν τη νόσο 3 φορές συχνότερα από τους άντρες
Τι προκαλεί την ρευματοειδή αρθρίτιδα
Η αιτία που την προκαλεί δεν είναι ακόμη γνωστή, όμως είναι γνωστός ο μηχανισμός της και ότι το ανοσολογικό σύστημα του ασθενούς παίζει σημαντικό ρόλο. Το ανοσολογικό σύστημα είναι το αμυντικό όπλο του οργανισμού σε οτιδήποτε ξένο (μικρόβια, ιοί και άλλα ξένα κύτταρα) προς αυτόν προσπαθήσει να τον προσβάλλει. Στην περίπτωση της Ρευματοειδούς αρθρίτιδας ο οργανισμός λανθασμένα αναγνωρίζει κύτταρα των αρθρώσεων σαν ξένα και προσπαθεί να τα καταστρέψει για να προφυλάξει τον εαυτό του. Στη διαδικασία αυτή αυξάνεται η ποσότητα του υγρού που υπάρχει στις αρθρώσεις και προκαλείται φλεγμονή. Αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα την δημιουργία μορίων, ενζύμων, και αντισωμάτων που προκαλούν την καταστροφή της άρθρωσης, ιδιαίτερα του λεπτού προστατευτικού στρώματος που περιβάλλει τα άκρα των οστών στις αρθρώσεις, που είναι ο χόνδρος. Αν ο χόνδρος αρχίζει να καταστρέφεται, δεν έχει την ικανότητα να επιδιορθωθεί με συνέπεια η άρθρωση να χάνει τη σταθερότητά της, την κινητικότητά της, να πονά και τελικά να καταστρέφεται.
Όλη η παραπάνω διαδικασία φαίνεται ότι καθορίζεται από κάποια γονίδια που παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της ΡΑ. Βέβαια πολλά από τα γονίδια αυτά υπάρχουν σε μεγάλο αριθμό του πληθυσμού που ποτέ δεν πρόκειται να αναπτύξει ΡΑ. Θεωρείται ότι αυτά τα γονίδια κάνουν ευαίσθητο τον οργανισμό για την ανάπτυξη της νόσου. Όμως δεν έχει εξηγηθεί γιατί κάποιοι δεν την εμφανίζουν ποτέ.
Πως εκδηλώνεται
Η νόσος δεν εμφανίζεται με τον ίδιο τρόπο σ’ όλους τους ανθρώπους. Σε κάποιους η νόσος μπορεί να είναι ήπιας βαρύτητας σε περιόδους εξάρσεων σε άλλους μπορεί να είναι συνεχώς ενεργή και να επιδεινώνεται με το χρόνο.
Όσοι έχουν ΡΑ παρατηρούν ότι οι αρθρώσεις τους είναι ζεστές, διογκωμένες, ευαίσθητες στο άγγιγμα ή την πίεση, μπορεί να έχουν ερυθρό χρώμα, πονούν και δύσκαμπτες. Αυτά τα σημεία της αρθρίτιδας οφείλονται στη φλεγμονή του υμένα και του θυλάκου που καλύπτει τις αρθρώσεις. Αν η φλεγμονή αυτή παραμείνει αθεράπευτη ή δεν ανταποκρίνεται στη θεραπεία και επιμένει τότε ακολουθεί καταστροφή του χόνδρου των οστών των τενόντων και των συνδέσμων. Αυτό προκαλεί παραμόρφωση των αρθρώσεων και ανικανότητα που συνήθως είναι μόνιμα.
Συνήθως οι αρθρώσεις προσβάλλονται συμμετρικά δηλαδή και στις δύο πλευρές του σώματος χωρίς αυτό να είναι αποκλειστικό.
Άλλα συμπτώματα της νόσου είναι η κακουχία, ανορεξία, απώλεια βάρους, δεκατική πυρετική κίνηση. Επίσης εμφανίζεται αναιμία. Κάποιοι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν οζίδια κάτω από το δέρμα, διάφορων μεγεθών συνήθως πάνω από οστά σε περιοχές που πιέζονται και στις εκτατικές τους επιφάνειες. Συνήθης θέση τους είναι στους αγκώνες αλλά μπορεί να εμφανισθούν στα δάκτυλα, τη σπονδυλική στήλη και τα πόδια.
Μερικές φορές φλεγμονή μπορεί να εμφανιστεί στους πνεύμονες και την καρδία με τη μορφή πλευρίτιδας ή περικαρδίτιδας αλλά και με προσβολή του ίδιου του πνεύμονα. Αρκετοί ασθενείς εμφανίζουν και συμπτώματα ξηρότητας των βλεννογόνων (ξηροφθαλμία, ξηροστομία) που οφείλεται σε φλεγμονή των δακρυϊκών και σιελογόνων αδένων. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται Σύνδρομο ξηρότητα ή Σύνδρομο Sjogren (Σγιογκρεν))
Επιπλέον σε λίγες περιπτώσεις οι ασθενείς με ΡΑ εμφανίζουν φλεγμονή στα αγγεία ( αγγειίτιδα) που μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή και καταστροφή ιστών όπως το δέρμα, τα νεύρα και άλλα όργανα.
Πως γίνεται η διάγνωση
Για τη διάγνωση της νόσου απαιτείται η επίσκεψη στον ειδικό γιατρό που είναι ο Ρευματολόγος η σωστή λήψη του ιστορικού και η κλινική εξέταση. Η αναγνώριση των προαναφερθέντων χαρακτηριστικών της αρθρίτιδας καθώς και των άλλων σημείων θα θέσουν την υποψία της νόσου η οποία θα ενισχυθεί και τελικά θα τεθεί η διάγνωση με τον εργαστηριακό έλεγχο που θα περιλάβει ακτινογραφίες και εξετάσεις αίματος.
Από τις εξετάσεις αίματος παρατηρούνται αυξημένοι δείκτες φλεγμονής (Ταχύτητα Καθιζήσεως και CRP) αναιμία, μπορεί να υπάρχει αυξημένος αριθμός λευκών και αιμοπεταλίων. Επίσης μπορεί να ανιχνευθούν στο αίμα των ασθενών και αντισώματα όπως ο Ρευματοειδής Παράγων (ΡΑ τεστ) καθώς και αντισώματα κατά κάποιων πρωτεϊνών που λέγονται αντικιτρουλινικά αντισώματα (αντι CCP) τα οποία όμως δεν είναι διαγνωστικά για τη νόσο αφού υπάρχουν και σε υγιείς αλλά και σε πάσχοντες από άλλα νοσήματα. Απλώς υποστηρίζουν τη διάγνωση εφόσον βέβαια υπάρχει αντίστοιχη κλινική εικόνα. Δηλαδή αυτό σημαίνει ότι η παρουσία τους δεν σημαίνει ότι κάποιος έχει ΡΑ αλλά ούτε και η απουσία τους την αποκλείει. Δεν υπάρχει λοιπόν μόνο μια εξέταση που να θέτει τη διάγνωση της νόσου.
Οι ακτινογραφίες στην αρχή της νόσου μπορεί να είναι φυσιολογικές και τα ευρήματα να εμφανισθούν αργότερα. Τα κυριότερα ευρήματα είναι η οστεοπόρωση γύρω από τις αρθρώσεις που πάσχουν, η στένωση του διαστήματος των αρθρώσεων και οι διαβρώσεις που συνήθως είναι συμμετρικές όπως προαναφέρθηκε.
Θεραπεία
Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει θεραπεία για τη ΡΑ αφού το αίτιο της είναι ακόμη άγνωστο. Όμως η γνώση του μηχανισμού της φλεγμονής αλλά και της διαδικασίας καταστροφής που προκαλεί η νόσος έχει προσφέρει στους ασθενείς σημαντικά φάρμακα που μπορεί να μειώνουν τη δραστηριότητα της νόσου και να την θέτουν σε χρόνια ύφεση καθώς και να προλαμβάνουν τις καταστροφές. Δύο είναι οι θεραπευτικοί πυλώνες της νόσου τα φάρμακα και οι μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις. Στα πρώτα περιλαμβάνονται φάρμακα παυσίπονα, αντιφλεγμονώδη με ή χωρίς κορτιζόνη καθώς και τροποποιητικά της νόσου φάρμακα (συμβατικά και βιολογικά). Κύρια συμβατικά τροποποιητικά φάρμακα (είναι η Μεθοτρεξάτη, η Λεφλουνομίδη η Κυκλοσπορίνη και η Υδροξυχλωροκίνη) ενώ στην κατηγορία των βιολογικών παραγόντων που τα τελευταία χρόνια έφεραν την επανάσταση στη θεραπεία της ΡΑ ανήκουν φάρμακα που μπλοκάρουν κάποια μόρια φλεγμονής ( IL1, TNFa, IL6,) ή την επικοινωνία και διέγερση κάποιων κυττάρων ( Τ και Β λεμφοκυττάρων). Στις κατηγορίες αυτές ανήκουν Abatacept, Adalimumab, Anakinra, Etanercept, Cetrolizumab pegol, Infliximab , και Rituximab.
Στις μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις περιλαμβάνονται η ενημέρωση του ασθενούς και του περιβάλλοντος, η φυσικοθεραπεία, η χρήση ναρθήκων και άλλων βοηθητικών μέσων και γενικότερα οτιδήποτε μπορεί να μειώσει τον πόνο, να αυξήσει και να διατηρήσει τη λειτουργικότητα και γενικότερα να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του ασθενούς, ν’ αυξήσει την παραγωγικότητά του και την κοινωνική του συμμετοχή. Επίσης πρέπει να αναφερθεί ότι σε κάποιες περιπτώσεις είναι απαραίτητη η χειρουργική αντιμετώπιση μιας άρθρωσης που έχει καταστραφεί εντελώς με ολική η μερική αντικατάστασή της ή και η χειρουργική διόρθωση των παραμορφώσεων. Επίσης διαιτητικές παρεμβάσεις και η συντήρηση ιδανικού βάρους μπορούν να βοηθήσουν την πορεία της νόσου.
Τέλος φαίνεται ότι σημαντικά για την πορεία της νόσου είναι η έγκαιρη επίσκεψη στον ειδικό γιατρό για την πρώιμη έναρξη εντατικής θεραπείας, και η στενή παρακολούθηση για την πρόληψη των εξάρσεων της νόσου με στόχο την διαρκή της ύφεση και αποφυγή της ανικανότητας και αναπηρίας των ασθενών.
Από την πλευρά της επιστημονικής κοινότητας η έρευνα είναι συνεχής για την ανακάλυψη νέων θεραπευτικών και πιο αποτελεσματικών χειρισμών
(ΠΗΓΗ: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΡΕΥΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ)