Να πάνε να του ζητήσουν συγχώρεση, έστω και μετά θάνατο.
Για όσες επιθέσεις του έκαναν όταν τους ενοχλούσαν οι απόψεις του.
Γιατί όσα ακούσαμε αυτές τις μέρες για τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο, είναι ως να ζούσαμε σε άλλον κόσμο τα προηγούμενα χρόνια. Όλα τα καλά του Θεού τα είχε ο μακαριστός. Αλλά όλη την υποκρισία την έχουν οι ζώντες. Που ανακαλύπτουν σήμερα πόσο σπουδαίος ιεράρχης και άνθρωπος ήταν, ενώ όσο ζούσε τον έλεγαν απλώς επιχειρηματία, που δεν πρέπει να ανακατεύεται ούτε στην πολιτική, ούτε στη θρησκεία.
«Όσο λιγότερο εμπλέκεται στην πολιτική, τόσο περισσότερο διασώζει το κύρος του», έλεγε ο Νίκος Αναστασιάδης τον Ιούλιο του 2008. Και το ΑΚΕΛ τον κατηγόρησε ότι κινδυνολογεί. Γιατί; Διότι είχε πει τότε ότι «δεν αξιοποιήθηκε η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ».
Κι ότι «δημιουργήθηκε ο μύθος του καλού διαλλακτικού Ταλάτ, που με τα δείπνα και τις κοινωνικές συναντήσεις θα έλυνε το πρόβλημα». Τις αλήθειες, έλεγε φυσικά, αλλά δεν ήθελαν να τις ακούνε. Φορτώσαμε, έλεγε «τις ευθύνες της τουρκικής αδιαλλαξίας στη δική μας πλευρά». Έλεγε: «για πρώτη φορά χρησιμοποιείται ο όρος ελληνοκυπριακό και τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος» και «η αναφορά στην κατοχή καταργείται στην πράξη». Έλεγε: «η Τουρκία δεν επιθυμεί την επανένωση της Κύπρου».
Τι «ενοχλητικός» που ήταν! Μιλούσαν όλοι για την Κυπρο και το Κυπριακό. Από τον Βρετανό πρέσβη μέχρι τον Αμερικάνο, από την Ντόρα Μπακογιάννη μέχρι τον Μητροπολίτη Μόρφου, από τους ανιστόρητους, αμαθείς, λεβαντίνους δημοσιογραφίσκους, μέχρι όμοιούς τους ακαδημαϊκούς. Αλλά, ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος δεν είχε δικαίωμα να μιλά. Έπρεπε να τον περιορίσουν, να διαβρώσουν τον λόγο του, να μην έχει πρόσβαση στον λαό. Διότι, έλεγε πάντα τη γνώμη του, καθαρά, χωρίς υστερόβουλους υπολογισμούς, και αυτό ήταν επικίνδυνο, ήταν εμπόδιο για τα όποια σχέδια εξυφαίνονταν σε βάρους των Ελληνοκυπρίων, των χριστιανών.
Τον Μάιο του 2011, είχε δώσει συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό «Σκάι» και όταν τον ρώτησε ο δημοσιογράφος για όσους λένε ότι αναμιγνύεται στην πολιτική, απάντησε: «Αστειευόμενος πολλές φορές τους λέω: Δύο χιλιάδες χρόνια με επικεφαλής την Εκκλησία ο τόπος αυτός παρέμεινε και ελληνικός και χριστιανικός. Μέσα σε μισό αιώνα που αναλάβετε εσείς οι πολιτικοί, τη μισή Κύπρο αφήσατε. Γι’ αυτό καθίστε φρόνιμα και να ακούγεται της Εκκλησίας που έχει μια εμπειρία δυο χιλιάδων ετών…». Το άρπαξαν το αστείο οι πολιτικοί μας και το έκαναν σαν να και τους έκανε πραξικόπημα ο Αρχιεπίσκοπος. Ο κυβερνητικός Εκπρόσωπος μάλιστα τον κατηγόρησε ότι αθώωσε τη Χούντα, την ΕΟΚΑ Β, τα ξένα μαγειρεία και την Τουρκία και «έχει την άποψη ότι είναι οι πολιτικοί που έχουν αφήσει την Κύπρο μισή»…
Τι σημασία είχε, αν τα έλεγε χαριτολογώντας; Το ζήτημα ήταν πάντα να τον εκθέσουν, να τον κάνουν να σιωπήσει.
Διότι, έβλεπαν (στραβωμάρα;) τη λύση που ερχόταν και δεν ήθελαν να μπερδεύεται στα πόδια τους ένας ηγέτης της Εκκλησίας, που δεν έμαθε να καλλωπίζει τα λόγια του για να γίνεται αρεστός και δεν ήταν πολιτικάντης για να ξέρει τη γλώσσα της υποκριτικής. Δεν τους ενοχλούσε τόσο η γλώσσα και η αθυροστομία του, ούτε η δήθεν φιλοσοφική προσέγγιση περί ανάμιξης ή μη της Εκκλησίας στην πολιτική, αλλά οι θέσεις του στο εθνικό θέμα.
Κάποιοι αντιλήφθηκαν αργότερα ότι δεν ήταν ο Αρχιεπίσκοπος που εμπόδιζε να έρθει η ώρα της διευθέτησης, αλλά η Τουρκία. Κάποιοι ακόμα να το αντιληφθούν.
Αυτοί, ακόμα και σήμερα, οι περισσότεροι άσχετοι με την Εκκλησία, που θεωρούν τη θρησκεία έναν αναχρονιστικό θεσμό, κάνουν και αναλύσεις τώρα για να μας πουν πώς πρέπει να είναι ο νέος Αρχιεπίσκοπος. Λες και τους πέφτει λόγος. Τον θέλουν βασικά σιωπηρό, ει δυνατόν περιορισμένο σε κανένα μοναστήρι. Όπως έλεγε τότε ο Νίκος Αναστασιάδης: Όσο λιγότερο εμπλέκεται στην πολιτική, τόσο το καλύτερο. Σήμερα, λοιπόν, που θα τον αποχαιρετά, να φροντίσει να σημειώσει ότι ο επόμενος Αρχιεπίσκοπος πρέπει να έχει την ίδια στεντόρεια φωνή στο εθνικό θέμα. Και όποιου δεν του αρέσει ας ππέσει χώρκα, όπως είπε κάποτε ο Αρχιεπίσκοπος.
Του Άριστου Μιχαηλίδη
Δημοσιογράφος
Philenews