Την ώρα που στην Ευρωβουλή άνοιξε η συζήτηση για το κατά πόσο κατέχει και η Κύπρος το λογισμικό Pegasus, το οποίο είναι σε θέση να διαβάζει μηνύματα κειμένου, να παρακολουθεί κλήσεις, να συλλέγει κωδικούς πρόσβασης, να παρακολουθεί τοποθεσία, να έχει πρόσβαση στο μικρόφωνο και την κάμερα της συσκευής που τοποθετήθηκε και να συλλέγει πληροφορίες από τις εφαρμογές που είναι εγκατεστημένες στο κινητό, την ώρα που η φημολογία δίνει και παίρνει για το ποιοι ήταν ενήμεροι για τις επικείμενες καταγγελίες της Διεύθυνσης των Φυλακών και την ώρα που κάποιοι καταλογίζουν γνώση των συνομιλιών σε αξιωματούχους, άλλη μια αποκάλυψη που αφορά τα κινητά τηλέφωνα στις Φυλακές και γιατί δεν αναβαθμιζόταν το σύστημα απενεργοποίησης, έρχεται να προκαλέσει τεράστια ερωτήματα, παρά το γεγονός πως το εν λόγω ζήτημα δεν συνδέεται με τις καταγγελίες της Άννας Αριστοτέλους και δεν διερευνάται από τον ανεξάρτητο ποινικό ανακριτή.
Σύμφωνα με επιστολή της υπουργού Δικαιοσύνης που δόθηκε στη δημοσιότητα από τον Φιλελεύθερο, έρχεται να προκαλέσει τεράστια ερωτήματα ως προς τους χειρισμούς που έγιναν, αφού αποδεικνύεται πως η αναβάθμιση του συστήματος σκάλωσε, καθώς η Διεύθυνση των Φυλακών ζητούσε επιτακτικά καθολική φραγή όλων των κινητών, ώστε να δοθεί τέλος στο πρόβλημα, ωστόσο το Υπουργείο Δικαιοσύνης δεν ήθελε κάτι τέτοιο, αλλά αυτό που ήθελε είναι να παρακολουθεί τηλέφωνα όλων των πολιτών που εισέρχονταν στις Φυλακές. Κάτι, που νομικοί κύκλοι τονίζουν πως είναι παράνομο, αφενός γιατί για παρακολουθήσεις τηλεφώνων χρειάζεται σχετικά διάταγμα και αφετέρου, στις Φυλακές εισέρχονται πολίτες (δικηγόροι, επισκέπτες, μεταξύ αυτών και κρατικοί αξιωματούχου και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στα φυλακισμένα μνήματα, προσωπικό κτλ), ενώ το σύστημα θα είχε πρόσβαση ακόμα και στα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα των κατοίκων της περιοχής ή σε οποιουδήποτε πολίτη που μπορεί να περνούσε τυχαία περιμετρικά των φυλακών, κάτι για το οποίο είπε η Διεύθυνση των Φυλακών εξέφρασε επιφυλάξεις, υποδεικνύοντας πως πρόκειται για παράνομη διαδικασία.
Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, για το εν λόγω ζήτημα, σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε και επεξηγήθηκαν τα σοβαρά ζητήματα που προκύπτουν από τις οδηγίες της υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία φαίνεται να ήταν σε συνεννόηση με την Αστυνομία, άναψε κόκκινο και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, δίνοντας ξεκάθαρες οδηγίες όπως όλες οι ενέργειες που θα γίνουν για απενεργοποίηση των κινητών θα πρέπει να είναι νόμιμες.
Πάντως ερωτήματα προκαλεί το γεγονός πως η σχετική επιστολή με τις οδηγίες προς της Διεύθυνση, για να προβεί «άμεσα σε όλες τις δέουσες ενέργειες σε συνεννόηση με το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών για υλοποίησή της», αποστάλθηκε σε χρόνο που συγκλίνει με την περίοδο επικοινωνίας του διοικητή της ΥΚΑΝ με τον βαρυποινίτη.
Στο μεταξύ, υπενθυμίζεται ότι το Ανώτατο Δικαστήριο στις 27.10.2021, κατά πλειοψηφία έκρινε πως η κατακράτηση των δεδομένων από τους παροχείς αντιβαίνει των κανονισμών της Ευρωπαϊκής Σύμβασης και θεωρείται παράνομη, ενώ ακολούθησαν σχετικές αποφάσεις μετά από άλλες προσφυγές. Όπως τόνισε το Ανώτατο, «εν προκειμένω, τα άρθρα 3,6,7,7,9 και 10 του Νόμου, περιλαμβάνουν πρόνοιες για τη γενική και χωρίς διάκριση διατήρηση τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, με την έννοια ότι προβλέπεται η διατήρηση όλων των δεδομένων κινήσεως και των δεδομένων θέσεως όλων των συνδρομητών και των εγγεγραμμένων χρηστών που αφορούν τα μέσα ηλεκτρονικής επικοινωνίας, με σκοπό την διερεύνηση σοβαρών ποινικών αδικημάτων, ώστε να εγείρεται το ερώτημα, η «καθολική» αυτή διατήρηση δεδομένων είναι συμβατή με την ενωσιακή νομοθεσία, όπως έχει ερμηνευτεί στη νομολογία του ΔΕΕ, και ειδικότερα με τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη της ΕΕ».
(ΠΗΓΗ: REPORTER)