Επικυρώθηκε από το Ανώτατο η ποινή φυλάκισης 18 μηνών που επιβλήθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού σε 62χρονο, σε σχέση με το θανατηφόρο τροχαίο της 11ης Ιανουαρίου 2019, στη λεωφόρο Νίκου και Δέσποινας Παττίχη, με θύμα τον 36χρονο Αντώνη Δημητρίου, ο οποίος άφησε πίσω του σύζυγο και δύο ανήλικα παιδιά.
Το θανατηφόρο τροχαίο, το πρώτο που καταγράφηκε μέσα στο 2019, σημειώθηκε όταν ο 62χρονος, που οδηγούσε με βόρεια κατεύθυνση, επιχείρησε παράνομη στροφή προς την οδό Χρίστου Εργατούδη, με αποτέλεσμα να ανακόψει την πορεία της μεγάλου κυβισμού μοτοσικλέτας του 36χρονου, η οποία στη συνέχεια τυλίχθηκε στις φλόγες
Όπως καταγράφεται στην πρωτόδικη απόφαση «ενώ ο κατηγορούμενος κατευθυνόταν βόρεια επιχείρησε στροφή δεξιά με πρόθεση να εισέλθει εντός της οδού Χριστοφή Εργατούδη, η οποία είναι πάροδος της Λεωφόρο Παττίχη, χωρίς προηγουμένως να σταματήσει και παραβιάζοντας, αφενός, σήμα τροχαίας – πινακίδα – το οποίο απαγόρευε τη στροφή δεξιά, αφετέρου, την προαναφερόμενη άσπρη συνεχή γραμμή. Αποτέλεσμα της πιο πάνω ενέργειας του κατηγορούμενου ήταν να ανακόψει την ελεύθερη πορεία της μοτοσικλέτας η οποία οδηγείτο εξ αντιθέτου και με νότια κατεύθυνση επί της Λεωφόρου Παττίχη και να συγκρουσθεί βίαια με αυτήν. Από τη σύγκρουση το θύμα εκσφενδονίσθηκε καταλήγοντας στην άσφαλτο».
Ο 62χρονος, ο οποίος είχε κριθεί ένοχος κατόπιν δικής του παραδοχής, στην κατηγορία της πρόκλησης θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης οδήγησης, προσέφυγε στο Ανώτατο, προβάλλοντας τη θέση πως η ποινή φυλάκισης που του επιβλήθηκε ήταν εσφαλμένη, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το σφάλμα του οδηγού είναι στιγμιαίο, τότε η αρμόζουσα ποινή είναι αυτή της χρηματικής ποινής μαζί ή/και χωρίς τη στέρηση της άδειας οδήγησης. Επίσης, ήταν η θέση της υπεράσπισης, πως συνέτρεχαν τέτοιοι μετριαστικοί παράγοντες που δικαιολογούσαν υπό τις περιστάσεις την επιβολή μιας πολύ πιο επιεικούς ποινής και άρα η ποινή φυλάκισης των 18 μηνών ήταν έκδηλα υπερβολική και/ή εν πάση περιπτώσει η όποια ποινή φυλάκισης θα έπρεπε να ήταν με αναστολή.
Από την αντίπερα όχθη, η δικηγόρος της Νομικής Υπηρεσίας, ανέφερε πως δεν επρόκειτο για ένα στιγμιαίο λάθος του 62χρονου, προβάλλοντας τη θέση πως το δυστύχημα έλαβε χώρα η ώρα 17:55 το απόγευμα, όταν υπήρχε πυκνή τροχαία κίνηση σε δρόμο με τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας, δύο προς τα νότια και δύο προς τα βόρεια. Ο 62χρονος, όπως υπέδειξε, οδηγώντας μηχανοκίνητο όχημα προς τα βόρεια, επιχείρησε να στρίψει δεξιά προς την οδό Χριστοφή Εργατούδη, με αποτέλεσμα να ανακόψει την ελεύθερη πορεία του θύματος που ερχόταν εξ αντιθέτου. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε «έφραξε δύο λωρίδες κυκλοφορίας σε χώρο που απαγορεύεται να στρίψεις δεξιά, και μάλιστα δεν σταμάτησε, ούτε έλεγξε την τροχαία κίνηση, ούτε είδε ποτέ το θύμα, το οποίο οδηγούσε ορθόδοξα στην πορεία του… Ο Εφεσείων όχι μόνο χύμηξε, αλλά έστριψε εν τυφλώ, αδιαφορώντας τελείως για την τροχαία κίνηση και ουσιαστικά, αν δεν ήταν το θύμα θα ήταν οποιοσδήποτε άλλος εκείνη τη στιγμή, γιατί ήταν ένας δρόμος με πυκνή τροχαία κίνηση, με αποτέλεσμα η αδιαφορία και ο εγωισμός του Εφεσείοντα να είναι φανερός σε όλη την υπόθεση αυτή».
Το Ανώτατο, στην απόφαση του, με την οποία απέρριψε την προσφυγή του 62χρονου, συμφώνησε με την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, πως η οδική συμπεριφορά του κατηγορούμενου δεν ήταν το αποτέλεσμα στιγμιαίας αβλεψίας, λέγοντας ότι η στροφή δεξιά και η είσοδος εντός της παρόδου χωρίς προηγουμένως να σταματήσει για να ελέγξει την τροχαία κίνηση, ανάγουν την οδήγησή του σε οδήγηση η οποία εμπεριέχει και μάλιστα έντονα, το στοιχείο της αδιαφορίας για την ασφάλεια των άλλων προσώπων που χρησιμοποιούσαν τον δρόμο, περιλαμβανομένου του θύματος και δικαίως μπορεί με ασφάλεια να χαρακτηρισθεί ως αλόγιστη και επικίνδυνη.
«Περαιτέρω, με δεδομένο ότι ο 62χρονος δεν σταμάτησε πριν επιδιώξει να εισέλθει στη λωρίδα κυκλοφορίας του θύματος, και με δεδομένο ότι αυτός εισήλθε, κατά παράβαση σήματος τροχαίας, στην εν λόγω λωρίδα καθ΄ ον χρόνο υπήρχε πυκνή τροχαία κίνηση, και συνεπώς η πορεία του προς τη λωρίδα από την οποία ερχόταν το θύμα δεν μπορούσε να ήταν απρόσκοπτη, είναι στοιχεία που επιβαρύνουν την υψηλού βαθμού αμέλεια του με το στοιχείο της αδιαφορίας για την τύχη του θύματος, το οποίο οδηγούσε τη μοτοσικλέτα του νομίμως και κανονικά από την αντίθετη κατεύθυνση. Ταυτόχρονα, η πράξη του ήταν και επικίνδυνη».
Σε ό,τι αφορά τη θέση πως έπρεπε να επιβληθεί χρηματική ποινή ή ποινή με αναστολή, το Ανώτατο στην απόφαση του υπέδειξε πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο ζύγιασε με ακριβοδίκαιο τρόπο κάθε μετριαστικό και επιβαρυντικό παράγοντα, επιβάλλοντας στον 62χρονο τη συγκεκριμένη ποινή φυλάκισης για ένα σοβαρό αδίκημα το οποίο, όπως τονίστηκε, συνεχίζει να παρουσιάζει ανησυχητική έξαρση.
(ΠΗΓΗ: REPORTER)