Ενώ συνήθως το σεξ είναι πηγή ευχαρίστησης, κάποιες φορές μπορεί να προκαλεί σημαντική δυσφορία στο ζευγάρι. Ακόμη κι αν κάποιος αισθάνεται ικανοποιημένος με τη σεξουαλική του ζωή, μπορεί να ανησυχεί για την επίδοσή του, όταν ακούει άλλους να περιγράφουν τι κάνουν στην κρεβατοκάμαρά τους, και πόσο συχνά.
H ικανοποιητική σεξουαλική ζωή δεν εξαρτάται από τη συχνότητα ή συγκεκριμένες σεξουαλικές πρακτικές. Αντίθετα, στηρίζεται στο βαθμό στον οποίο η σεξουαλικές εμπειρίες σας δημιουργούν ευχαρίστηση σε εσάς και την/ τον σύντροφό σας.
Για παράδειγμα, μπορεί ένα ζευγάρι να διαβάσει στατιστικές που αναφέρουν ότι το μέσο ζευγάρι κάνει σεξ 3 φορές την εβδομάδα. Μπορεί, όμως, να μην γνωρίζει ότι αυτό ενδέχεται να είναι το μέσο από ένα μεγάλο εύρος.
Η συχνότητα των επαφών μπορεί να κυμαίνεται από 0 για κάποιους μέχρι 15-20 για άλλους.
Επομένως, ακόμη κι αν η συχνότητα των επαφών είναι πάνω κάτω 3 φορές, η συμπεριφορά τους βρίσκεται μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της φυσιολογικής ανθρώπινης σεξουαλικής συμπεριφοράς. Το πιο σημαντικό δεν είναι το αν η συχνότητα και ο τρόπος με τον οποίο κάνουμε σεξ μοιάζει με κάποιον μέσο όρο, αλλά το κατά πόσο το κάθε άτομο νιώθει άνετα και ικανοποιημένο μέσα στη σεξουαλική του σχέση.
Είναι πολύ δύσκολο να καταλήξουμε σε κάποιο ορισμό σχετικά με το τι είναι φυσιολογικό και τι όχι. Η κουλτούρα μας, οι πολιτισμικές ή θρησκευτικές μας πεποιθήσεις και οι απόψεις του κόσμου μπορούν να σχηματοποιούν το τι θεωρείται φυσιολογικό.
Μέσα σε αυτό το πολιτισμικό και κοινωνικό πλαίσιο, οι πεποιθήσεις του ζευγαριού είναι ιδιαίτερα σημαντικές για το τι είναι φυσιολογικό και τι όχι.
Θα σας φέρω κάποια παραδείγματα, για να σκεφτείτε:
Οι σεξουαλικές πρακτικές των μουσουλμάνων πιθανόν να διαφέρουν από αυτές των χριστιανών, αλλά ποιες θα λέγατε ότι είναι φυσιολογικές;
Η σεξουαλική ζωή ενός ζευγαριού που έχει 3 παιδιά μικρά και ζει στο σπίτι με τη γιαγιά και τον παππού πιθανόν να διαφέρει από αυτήν ενός ζευγαριού που ζει μόνο του και έχει λιγότερες ευθύνες.
Η σεξουαλική ζωή ενός ατόμου που αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα υγείας μπορεί να διαφέρει από κάποιου άλλου που είναι υγιές, αλλά θα λέγατε, θα μπορούσατε να την χαρακτηρίσετε ως φυσιολογική ή μη;
Οι άνθρωποι μπορούν να ανταποκρίνονται σε μία μεγάλη ποικιλία ερωτικών ερεθισμάτων.
Εφόσον μία σεξουαλική συμπεριφορά ή φαντασίωση δεν οδηγεί σε συναισθηματική ή σωματική δυσφορία, σε ένταση στη σχέση ή σε προβλήματα σε άλλους τομείς της ζωής, δεν πρέπει να μας ανησυχεί.
Τι ερωτήσεις μπορεί να κάνει το κάθε άτομο στον/στη σύντροφό του, προκειμένου να καταλάβει αν καλύπτονται οι ανάγκες του/της.
Ο καλύτερος τρόπος είναι να παρατηρούμε τον/τη σύντροφο και να συζητάμε μεταξύ μας για το πώς νιώθουμε.
Για παράδειγμα:
Η αναμονή ή η προσδοκία της σεξουαλικής επαφής δημιουργεί χαρά, ενθουσιασμό και διέγερση; Ή μήπως δημιουργεί ενοχές, την αίσθηση της πίεσης ή της υποχρέωσης;
Επίσης, το κάθε άτομο μπορεί να σκεφτεί πώς νιώθει μετά τη σεξουαλική επαφή. Αισθάνεται ικανοποίηση, χαλάρωση και ευχαρίστηση; Ή αισθάνεται ενοχή, θυμό και απογοήτευση;
Αν η αναμονή και η ολοκλήρωση της σεξουαλικής επαφής δημιουργεί ευχάριστα συναισθήματα και στους δύο συντρόφους, τότε η σεξουαλική τους σχέση λειτουργεί θετικά για το ζευγάρι.
Αν ένας από τους δύο ή και οι δύο νιώθουν αρνητικά συναισθήματα, τότε υπάρχει πρόβλημα.
Τι θα προτείνατε σε ζευγάρια που έχουν σημαντικά διαφορετικά επίπεδα σεξουαλικής επιθυμίας;
Οι άνθρωποι μπορεί να διαφέρουμε πάρα πολύ στο επίπεδο της σεξουαλικής μας επιθυμίας, αλλά και κατά την διάρκεια της ζωής του ίδιου ατόμου η επιθυμία κυμαίνεται σε διάφορα επίπεδα. Αν ανάμεσα στο ζευγάρι οι διαφορές στην επιθυμία είναι μικρές, τότε συνήθως μπορούν να διαπραγματευτούν ή να διαχειριστούν αυτήν τη διαφορετικότητα, ώστε να νιώθουν και οι δύο ικανοποιημένοι.
Όμως, όταν η διαφορά στο επίπεδο της σεξουαλικής επιθυμίας είναι μεγάλη, μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στη σχέση του ζευγαριού. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το άτομο που έχει τη χαμηλή επιθυμία συνήθως νιώθει πίεση να κάνει κάτι, το οποίο ωστόσο δεν επιθυμεί. Σε βάθος χρόνου, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη αίσθηση πίεσης, θυμό ή απόσυρση και επομένως σε μεγαλύτερη μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας.
Το άτομο με την υψηλότερη σεξουαλική επιθυμία συχνά αισθάνεται ανεπιθύμητο, βιώνει απόρριψη και κάποιες φορές απόγνωση.
Αυτά τα συναισθήματα μπορεί να κάνουν το άτομο να ζητάει περισσότερο επιτακτικά ή επίμονα τη σεξουαλική επαφή. Αυτό δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο, που κάνει το άτομο με τη χαμηλότερη επιθυμία να χάνει ακόμη περισσότερο την επιθυμία του και το άτομο με την υψηλότερη επιθυμία να επιζητεί ακόμη περισσότερο τη σεξουαλική επαφή.
Οι στρατηγικές για την αντιμετώπιση αυτών των καταστάσεων μπορεί να είναι περίπλοκες και να απαιτούν τη βοήθεια από κάποιον ειδικό, ιδίως αν το πρόβλημα υπάρχει πολύ καιρό. Ο θεραπευτής συχνά συστήνει να μην ασκείται πίεση στο άτομο με τη χαμηλή επιθυμία, για να συμμετέχει σε σεξουαλική επαφή. Ταυτόχρονα, ο θεραπευτής μπορεί να πει ότι είναι σημαντικό για το άτομο με την υψηλότερη επιθυμία να καλύπτει τις σεξουαλικές του ανάγκες.
Ένας τρόπος, για να επιτευχθούν οι δύο αυτές καταστάσεις, είναι το να παρέχει το άτομο με τη χαμηλή επιθυμία σεξουαλική ικανοποίηση στο άτομο με την υψηλότερη επιθυμία, με τρόπους που όμως δεν περιλαμβάνουν τη διείσδυση.
Όταν ακολουθείται αυτή η στρατηγική, το άτομο με τη χαμηλή επιθυμία μπορεί να ευχαριστιέται που μπορεί να ευχαριστεί τον/τη σύντροφο. Το άτομο με την υψηλότερη επιθυμία, μπορεί τότε να αισθάνεται ότι ο/η σύντροφος νοιάζεται.
Σε κάποια ζευγάρια, αυτή η στρατηγική έχει ως αποτέλεσμα να αυξηθεί η επιθυμία στο άτομο με τη χαμηλότερη επιθυμία, και το άτομο με την υψηλότερη επιθυμία να μειώσει την πίεση που ασκεί στον/στη σύντροφο.
Ωστόσο, κάποια ζευγάρια δεν μπορούν να αποδεχτούν μία τέτοια προσέγγιση. Μπορεί να νιώθουν πως δεν θα έπρεπε να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε σεξουαλική πρακτική, εφόσον δεν αισθάνονται και οι δύο διέγερση, ή ότι οποιαδήποτε σεξουαλική δραστηριότητα δεν περιλαμβάνει τη διείσδυση είναι λάθος.
Τι θα προτείνατε σε ένα ζευγάρι που βιώνει εντάσεις, εξαιτίας του ότι ο ένας ζητάει σεξουαλικές πρακτικές που δεν ενδιαφέρουν ή και προκαλούν αποστροφή στον άλλον;
Όταν η επιθυμία του ενός από τους δύο για κάποια σεξουαλική πρακτική προκαλεί ένταση στη σχέση, τότε το ζευγάρι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τεχνικές διαπραγμάτευσης, προκειμένου να φτάσει σε κάποια αμοιβαία ικανοποιητική συμφωνία. Κάτι τέτοιο απαιτεί να είναι κανείς διατεθειμένος να ακούσει και να κατανοήσει τον άλλον, ώστε να αποφεύγονται οι κριτικές και ο χλευασμός.
Ενώ δεν θα έπρεπε κάποιος να συμμετέχει σε πρακτικές που του είναι αποκρουστικές, στην περίπτωση όπου απλώς δεν τον ενδιαφέρουν, θα μπορούσε να πειραματιστεί με τις φαντασιώσεις ή τη σεξουαλική συμπεριφορά του/της συντρόφου, προκειμένου να διερευνήσει πώς θα νιώσει ο ίδιος. Αν κάποιος αποφασίσει ότι δεν θέλει να συμμετέχει σε κάποια πρακτική, τότε είναι καλύτερα για το σύντροφό του να σταματήσει να το ζητάει.
Αν το ζευγάρι δεν μπορεί να έρθει σε συμφωνία, είναι καλύτερα να συμβουλευτεί κάποιον ειδικό.
Ποιες είναι οι συνθήκες που βοηθούν ένα άτομο να έχει ικανοποιητική σεξουαλική δραστηριότητα;
Προκειμένου να μπορεί ένα άτομο να διεγερθεί σεξουαλικά και να έχει ικανοποιητική σεξουαλική λειτουργία, είναι σημαντικό να:
νιώθει αυτοπεποίθηση,
να μην έχει άγχος,
να έχει νοητικά ή σωματικά ερεθίσματα
και να μπορεί να συγκεντρώσει την προσοχή του σε σκέψεις ή πράξεις που δημιουργούν σεξουαλική διέγερση.
Οτιδήποτε παρεμβαίνει στα παραπάνω μπορεί να εμποδίσει τη σεξουαλική επαφή. Όταν ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω απουσιάζει επίμονα, η αδυναμία σεξουαλικής λειτουργίας μπορεί να γίνει χρόνιο πρόβλημα.
Η αυτοπεποίθηση περιλαμβάνει την πεποίθηση ότι μπορείς να λειτουργήσεις σεξουαλικά, ότι ο/η σύντροφος σε βρίσκει ελκυστικό και ότι ο/η σύντροφος έχει καλή διάθεση απέναντί σου.
Αν ένας από τους δύο σταθερά υποβιβάζει ή απειλεί τον άλλον, τότε αυτή η αυτοπεποίθηση υπονομεύεται.
Οποιοσδήποτε τύπος άγχους κατά τη διάρκεια της επαφής μπορεί να οδηγήσει σε αναστολή της σεξουαλικής λειτουργίας. Το συχνό είναι το άγχος επίδοσης, όπου το άτομο φοβάται πως δεν θα λειτουργήσει σεξουαλικά. Αυτός ο φόβος, όμως, αναστέλλει τη δυνατότητα διέγερσης και επομένως η δυσκολία διέγερσης αυξάνει περισσότερο το άγχος επίδοσης.
Προκειμένου να διεγερθεί ένας άντρας ή μία γυναίκα χρειάζεται συνήθως ερεθίσματα νοητικά από τον/τη σύντροφο που αγαπά ή που επιθυμεί, σε συνδυασμό με τη σωματική διέγερση.
Η ανάγκη για μεγαλύτερο σωματικό ερεθισμό αυξάνεται με την αύξηση της ηλικίας.
Φυσικά, προκειμένου να μπορούν τα ερεθίσματα να προκαλέσουν διέγερση, το άτομο θα πρέπει να μπορεί να συγκεντρώσει την προσοχή του σε αυτά. Αν το άτομο αισθάνεται ότι αποσπάται η προσοχή του, εξαιτίας σκέψεων για πιθανή δυσλειτουργία ή χαμηλή αυτοπεποίθηση ή σκέψεων που αφορούν στο πώς αντιδρά ο/η σύντροφος, είναι πιθανό να μη διεγείρεται από τα σεξουαλικά ερεθίσματα.
Πότε θα πρέπει ένα ζευγάρι να ζητήσει τη βοήθεια των ειδικών;
Το ζευγάρι μπορεί να ζητήσει βοήθεια, αν βιώνει επαναλαμβανόμενες αποτυχημένες σεξουαλικές επαφές ή όταν υπάρχει σημαντική διαφωνία για τις σεξουαλικές πρακτικές όπως
Προβλήματα επίδοσης αφορούν σε δυσκολία επίτευξης ικανοποιητικής στύσης,
μειωμένη σεξουαλική επιθυμία,
δυσκολία επίτευξης οργασμού,
πρόωρη ή καθυστερημένη εκσπερμάτιση,
πόνο κατά την επαφή
ή στην περίπτωση όπου ένα ζευγάρι αισθάνεται ότι δεν είναι ικανοποιημένο από τη σεξουαλική του ζωή.
Επειδή η σεξουαλική λειτουργία δεν επηρεάζεται μόνο από τη σχέση μας και από ψυχολογικούς παράγοντες αλλά και από οργανικούς παράγοντες, μία εκτίμηση θα πρέπει να είναι συνδυαστική.
(ΠΗΓΗ: ΙΜΟP.GR)