«Είμαι αθώος και άδικα κατηγορούμαι για αυτή την υπόθεση», ήταν η κατάληξη της εντεκασέλιδης γραπτής δήλωσης του Μητροπολίτη τέως Κιτίου, o οποίος κατά τη σημερινή ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας κλήθηκε σε απολογία για το αδίκημα που αντιμετωπίζει της άσεμνης επίθεσης, το οποίο κατ’ ισχυρισμό διαπράχθηκε πριν από 41 χρόνια, με την βασική μάρτυρα κατηγορίας να είναι η παραπονούμενη, που τότε ήταν 16 ετών.
Ο Μητροπολίτης απέρριψε τα όσα του καταλογίζονται και αφού απάντησε σε διάφορα σημεία της μαρτυρίας της παραπονούμενης, ανέφερε πως τα όσα ισχυρίζεται είναι για αποκύημα νοσηρής φαντασίας, ενώ στάθηκε στο χρώμα του καναπέ όπου διαπράχθηκε το κατ΄ ισχυρισμό αδίκημα, καταθέτοντας δέσμη φωτογραφιών, οι οποίες δείχνουν πως κατά τον επίδικο χρόνο ήταν μπες και όχι βυσσινοκόκκινο.
Ο Μητροπολίτης διάβασε γραπτή δήλωση, με την οποία ανέφερε μεταξύ άλλων, πως αρνείται «με τον πιο έντονο και κατηγορηματικό τρόπο τα όσα ψευδώς αναφέρθηκαν στο Δικαστήριο από την παραπονούμενη, ότι της επιτέθηκαν άσεμνα στο γραφείο μου, και όλα όσα ψευδώς ανέφερε περί πραγματοποίησης μεταξύ μας συναντήσεων για να της δώσω δήθεν χρηματική βοήθεια. Ουδέποτε συναντήθηκα ή είχα οποιαδήποτε επαφή με αυτό το άτομο, όπως ανέφερα στην κατάθεση μου στην Αστυνομία. Επίσης τονίζω ότι ουδέποτε ήρθα σε τηλεφωνική επικοινωνία ή επαφή με την μητέρα της ή την αδελφή της, αντίθετα με τα όσα ψευδώς ισχυρίστηκαν στην μαρτυρία τους στο Δικαστήριο. Και ουδέποτε έγιναν τα πρόστυχα τηλεφωνήματα μεταξύ εμένα και της αδελφής της παραπονούμενης, η οποία ισχυρίστηκε ότι μου τηλεφώνησε παριστάνοντας την παραπονούμενη μετά την κατ’ ισχυρισμό άσεμνη επίθεση. Πρόκειται για αποκύημα νοσηρής φαντασίας και ψευδορκίας».
Όπως είπε στη δήλωση του ο Μητροπολίτης, έλαβε νομική συμβουλή ότι η υποβολή καταγγελίας και η δίκη σε βάρος του για άσεμνη επίθεση, η οποία συνέβη 41 περίπου χρόνων από σήμερα, πλήττει το δικαίωμα του για δίκαιη δίκη. «Κατέβαλα μεγάλη προσπάθεια να εντοπίσω μαρτυρία για να υπερασπιστώ τον εαυτό μου στην οποία αναφέρομαι στη συνέχεια της κατάθεσης μου. Δυστυχώς, η τότε οικονόμος της Μητρόπολης, η οποία για την υπεράσπιση ήταν πολύ σημαντική μάρτυρας, έχει αποβιώσει προ πολλού, καθώς και ο Γιώργος Θεμιστοκλέους, τον οποίο επικαλείται η παραπονούμενη και η μητέρα της στην μαρτυρία τους, ως το άτομο το οποίο διευθέτησε την δήθεν συνάντηση μεταξύ εμού και της παραπονούμενης για χρηματική βοήθεια. Η εν λόγω οικονόμος της Μητρόπολης ήταν το άτομο το οποίο έμενε και εργαζόταν και Σαββατοκύριακα μετά που σχόλανε το άλλο προσωπικό της Μητρόπολης. Τους χειμερινούς μήνες έφευγε μετά τις πέντε το απόγευμα και τους καλοκαιρινούς μήνες μετά τις επτά. Κατά συνέπεια η οικονόμος βρισκόταν στην Μητρόπολη τις μέρες και ώρες που η παραπονούμενη ισχυρίζεται ότι με επισκεπτόταν. Κατά την επίδικη περίοδο το Σάββατο ήταν εργάσιμη μέρα και το προσωπικό της Μητροπόλεως εργαζόταν μέχρι της μία εκτός της οικονόμου η οποία έμενε και εργαζόταν μέχρι αργά ως προανέφερε».
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στον γραμματέα της Μητροπόλεως, ο οποίος όπως είπε, γνώριζε το χώρο και την επίπλωση του γραφείου του, ωστόσο υποστήριξε πως δεν κατάφερε να εντοπίσει το άτομο που κατασκεύασε το βυσσινοκόκκινο καναπέ.
Σε σχέση με τον χρόνο κατά τον οποίο προέβη σε καταγγελία η παραπονούμενη, ο κατηγορούμενος στην γραπτή του δήλωση ανέφερε πως, «μου προκαλεί επίσης κατάπληξη πως και η παραπονούμενη προέβη σε καταγγελία στην αστυνομία το 2021, μετά από πάροδο 40 ετών από την κατ΄ ισχυρισμό άσεμνη επίθεση, ενώ δεν υπήρχε οτιδήποτε το οποίο την εμπόδιζε εάν συνέβαινε ποτέ τέτοιο πράγμα, να προβεί σε καταγγελία στην αστυνομία στα τόσα χρόνια που μεσολάβησαν. Ο δε δικηγόρος Ανδρέας Μαθηκολώνης στον οποίο κατ΄ ισχυρισμό αποτάθηκε ο μακαρίτης σύζυγος της αδελφής της μετά τον κατ΄ ισχυρισμό επίδικο συμβάν, η συμβουλή του οποίου αποτέλεσε δήθεν την κύρια αιτία μη καταγγελίας μου τότε στην αστυνομία, δεν θυμάται καν τέτοιο περιστατικό λόγω παρόδου μεγάλου χρονικού διαστήματος, σύμφωνα με μαρτυρία την οποία προσκόμισε στο Δικαστήριο ο ίδιος ο εξεταστής της υπόθεσης κ Γιώργος Θωμά. Ως προς τις κασέτες στις οποίες τάχατες ηχογραφήθηκε η συνομιλία μου με τη Μαρία Νικολαΐδου, μετά την κατ΄ ισχυρισμό άσεμνη επίθεση, η οποία διατείνεται ότι παρίστανε την παραπονούμενη, είναι και αυτές ανύπαρκτες. Έχει δεν αποβιώσει και ο σύζυγος της Μαρίας Νικολαΐδου, ο οποίος σύμφωνα με την μαρτυρία της, προέβη στην ηχογράφηση των δύο τηλεφωνημάτων και επισκέφθηκε τον δικηγόρο Ανδρέα Μαθηκολώνη και αποτάθηκε σε εφημερίδα, με αποτέλεσμα να μην δύναται να αντεξεταστεί από τον συνήγορο υπεράσπισης μου, το οποίο επίσης επηρεάζει το δικαίωμα μου σε δίκαιη δίκη».
Επανερχόμενος στο θέμα με τις αλλαγές στο γραφείο του, ανέφερε πως «κατόπιν περαιτέρω έρευνας μετά τη λήψη της κατάθεσης μου από την αστυνομία, διαπίστωσα ότι οι αλλαγές αυτές έγιναν σίγουρα μετά το 1985 και ολοκληρώθηκαν περί το 1989-1990. Για τις αλλαγές αυτές επικοινώνησα και με τον αρχιτεκτονικό γραφείο των αδελφών Φιλίππου οι οποίοι μου έδωσαν την πιο πάνω πληροφόρηση. Επίσης, ρώτησα τον πάτερ Μιχαήλ στον οποίο αναφέρομαι στην συνέχεια και τον Παναγιώτη Αβραάμ, οι οποίοι θα έρθουν να καταθέσουν στο Δικαστήριο. Σημειωτέον, οτι ακόμη και μετά τις 30 Ιουλίου 1989, που αφέθηκα ελεύθερος μετά την σύλληψη μου από τους Τούρκους στα επεισόδια του Αγίου κασιανού, με επισκέφθηκαν στο παλαιό μου γραφείο ο αείμνηστος Βάσος Λυσσαρίδης, ο οποίος τότε ήτο Πρόεδρος της Βουλής, μαζί με τον αείμνηστο Μητροπολίτη Λεμεσού Χρύσανθο και τον τότε Αρχιμανδρίτη και νυν Μητροπολίτη Πάφου Γεώργιο, ο οποίος είχε συλληφθεί μαζί μου από τους Τούρκους. Προς τούτου παρουσιάζω σχετική φωτογραφία, στην οποία εμφανίζονται τα τρία αυτά άτομα να κάθονται στον μπεζ κλαδωτό καναπέ τον οποίο είχα τότε στο γραφείο μου. Την φωτογραφία αυτή μου την παρέδωσε ο Παναγιώτης Αβραάμ, ο οποίος ήτο παρών στην συνάντηση».
Επίσης, ο Μητροπολίτης ανέφερε πως από άλμπουμ που εντόπισε, διαπίστωσε πως ο καναπές του γραφείου του δεν ήταν βυσσινοκόκκινος, «ως ανέφερε επανειλημμένως η παραπονούμενη στη μαρτυρία της», αλλά μπεζ κλαδωτός. Ο Μητροπολίτης κατέθεσε ως τεκμήριο άλμπουμ με σχετικές φωτογραφίες. «Επίσης από φωτογραφία του καναπέ που βρίσκεται στο παλαιό μου γραφείο την οποία μου παρέδωσε ο πάτερ Μιχαήλ, ο οποίος θα έρθει να καταθέσει, και στην οποία αναγράφεται η ημερομηνία λήψης της φωτογραφίας, προκύπτει ότι ακόμη και το 1988, ο μπεζ κλαδωτός καναπές βρισκόταν στο γραφείο μου. Την εν λόγω φωτογραφία παρουσιάζω ως τεκμήριο9. Το πρόσωπο το οποίο απεικονίζεται να κάθεται στον καναπέ στην φωτογραφία είναι ο πάτερ Μιχαήλ, ο οποίος ήταν οδηγός μου από τον Οκτώβριο του 1980 και διάκος μου από τον Νοέμβριο του 1981. Παρέμεινε διάκος και οδηγός μου μέχρι το 1990. Τονίζεται επίσης ότι στο παλαιό μου γραφείο εκτός από τον μπεζ κλαδωτό καναπέ, είχα και δύο μπεζ κλαδωτές καρέκλες».
Ο Μητροπολίτης ανέφερε πως ουδέποτε είχε βυσσινοκόκκινα έπιπλα, υποδεικνύοντας πως «ο βυσσινοκόκκινος καναπές υπήρχε το 2011, όταν με επισκέφθηκε η άλλη κοπέλα η οποία με κατήγγειλε για δήθεν βιασμό της, κατηγορία στην οποία αθωώθηκαν από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας, από την οποία κοπέλα υποψιάζομαι ότι η παραπονούμενη πήρε την πληροφορία για βυσσινοκόκκινο καναπέ. Επίσης για σκοπούς καλύτερης αντίληψης του διαμορφωμένου χώρου γραφείου μου μετά την εν λόγω ανακαίνιση, ο οποίος παρέμεινε ο ίδιος μέχρι σήμερα, παρουσιάζω δέσμη φωτογραφιών».
Στη συνέχεια ο Μητροπολίτης ανέφερε πως δεν θέλει να σχολιάσει τις αντιφάσεις στην μαρτυρία της παραπονούμενης, ενώ σε άλλο σημείο θέλησε να αναφέρει πως η Μητρόπολη Κιτίου δεν είχε κήπο, αντίθετα με τον ισχυρισμό της παραπονούμενης, Κύπρος, όπως είπε, δημιουργήθηκε μετά το 1090 από τον κηπουρό Χρηστάκη Αθανασίου, ο οποίος προσελήφθη το 1992 να είναι πρόθυμος να έρθει να καταθέσει.
«Ουδέποτε συνάντησα κοπέλες στην Ελβετία, ουδέποτε αγκάλιασα κοπέλες στην Ελβετία, ουδέποτε χρησιμοποίησα τελεφερίκ στην Ελβετία και φυσικά ουδέποτε υπήρξαν οι φωτογραφίες τις οποίες ισχυρίστηκε η παραπονούμενη στη μαρτυρία της, οι οποίες επαναλαμβάνω είναι αποκύημα νοσηρής φαντασίας. Η αναφορά της παραπονούμενης ότι τάχατες της έδειξα άλμπουμ με φωτογραφίες μου όπου βρισκόμουν αγκαλιά με κοπέλες σε τελεφερίκ στην Ελβετία, είναι πέρα για πέρα ψευδής».
Μετά την κατάθεση των φωτογραφιών, η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε αντίγραφα ώστε να αποφασίσει κατά πόσο θα φέρει ένσταση ή όχι. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο διέκοψε την ακροαματική διαδικασία, η οποία θα συνεχιστεί στις 2 Νοεμβρίου.
(ΠΗΓΗ: REPORTER)