Ο μοναχικός δρόμος της Ρωσίας.
Τα σύννεφα πολέμου διαφάνηκαν από το 2014.
Η δήλωση των ευρωπαικών κρατών ότι «εκπλάγηκαν» για τη στρατιωτική επιχείρηση, είναι τουλάχιστον υποκριτική.
Η προσάρτηση της Κριμαίας, αποτέλεσμα τοπικού δημοψηφίσματος, και το αίτημα των δύο αυτόνομων περιοχών στην ανατολική Ουκρανία, για ενσωμάτωση στη Ρωσική Ομοσπονδία, έπρεπε να πείσουν την Ευρωπαική Ενωση να εντατικοποιήσει τις προσπάθειες για διπλωματική λύση προς αποφυγή δυσάρεστων καταστάσεων στην αυλή της Ευρώπης.
Αυτό όμως δεν έγινε παρά μόνο η ΕΕ παρέμεινε θεατής στο συνεχές αδιέξοδο και στη προσπάθεια της κυβέρνησης της Ουκρανίας να στραγγαλίσει οικονομικά και στρατιωτικά τα δύο αυτόνομα κρατίδια.
Καμία ευρωπαική χώρα δεν βγήκε μπροστά αυτά τα 8 χρόνια για να καταδικάσει ή τουλάχιστον για να εκφράσει τη λύπη της για την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του λαού στα δύο αυτόνομα κρατίδια.
Με την αίτηση της για ένταξη στο ΝΑΤΟ, και γενικά με την αποδοχή της από τη Δύση, μέσω της σιωπηρής αποδοχής των γεγονότων στις αυτόνομες περιοχές, η Ουκρανική κυβέρνηση επιχείρησε να δώσει στρατιωτική λύση στο θέμα της απόσχισης, παρά να συμμορφωθεί στις συμφωνίες του Μίνσκ.
Η αναμενόμενη αντίδραση της Μόσχας, θορύβησε την Ουκρανία αλλά και την Ευρωπαική Ενωση.
Κανένας πόλεμος δεν είναι αποδεκτός ή καλοδεχούμενος, έστω κι αν υπάρχει η δικαιολογία.
Στη περίπτωση της Ουκρανίας ενόχλησε περισσότερο η αλλαγή του αρχικού σκοπού της επέμβασης, η οποία ήταν η προστασία του πληθυσμού των δύο αυτόνομων κρατιδίων.
Η συνεχιζόμενη στρατιωτική επιχείρηση σκοπό έχει πια την ολοκληρωτική αλλαγή του καθεστώτος της Ουκρανίας, κάτι που θεωρείται «εισβολή» και όχι η προστασία του πληθυσμού των ανατολικών περιοχών και η εφαρμογή επί του εδάφους της συμφωνίας του Μίνσκ, τα οποία θα θεωρούνταν «ανθρωπιστική» και σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο, επιχείρηση.
Αδυνατώντας να εμπλακεί στρατιωτικά η Ευρωπαική Ενωση, επιβάλλει σκληρές κυρώσεις στη Ρωσία με σκοπό το οικονομικό κόστος στη χώρα.
Ανκαι αυτό είναι ένα μέτρο πίεσης, εν τούτοις προτιμότερο στη φάση αυτή θα ήταν να διαπραγματευθεί πιο εντατικά με τη Ρωσία, προσπαθώντας να συμπεριλάβει στις διαπραγματεύσεις και την κυβέρνηση της Ουκρανίας (η οποία προσεγγίζει το ενδεχόμενο διαπραγμάτευσης με επιπόλαιο τρόπο), για την εφαρμογή της συμφωνίας του Μίνσκ, παρά να στέλλει αντιαρματικά ή παρά να αναστέλλει τις δραστηριότητες των Ρώσικων τραπεζών προκαλώντας κόστος στο λαό της Ρωσίας.
Αυτό επειδή σε μερικές ημέρες η στρατιωτική επιχείρηση θα τελειώσει και την επόμενη ημέρα αυτό που θα απομείνει θα είναι η κάθε χώρα να μετρά τις ζημιές της αλλά και τους φίλους της.
Tου DR. Ιωσήφ Μουτήρη