«Αυτό που σήμερα αποκαλείται Χριστιανική θρησκεία, υπήρχε ήδη ανάμεσα στους αρχαίους και δεν έλειπε και στις απαρχές της ανθρώπινης φυλής. Όταν ο Χριστός εμφανίστηκε ένσαρκος, η αληθινή θρησκεία που ήδη υπήρχε, έλαβε την ονομασία Χριστιανική».
Άγιος Αυγουστίνος
Η ιστορία του Μωυσή συγγραφέα και συντάκτη της «Αγίας γραφής» (Παλαιάς διαθήκης/Πεντατεύχου- τα πέντε πρώτα βιβλία της Εβραϊκής Βίβλου) είναι γνωστή στους περισσότερους. (1)
Στην παρούσα μελέτη θα παρουσιάσουμε μία εναλλακτική εξιστόρηση των σχετικών με τον Μωυσή γεγονότων, που βασίζεται κυρίως στον Αιγύπτιο αρχιερέα και ιστορικό Μανέθωνα ο οποίος έζησε περί τον 3ο αιώνα π.Χ. (Ο Μανέθωνας έγραψε στα Ελληνικά την ιστορία της Αιγύπτου κατόπιν εντολής του Πτολεμαίου Β΄του Φιλάδελφου ) (2).
Σύμφωνα με την Γένεση (κεφ. 46), ο λαός του Μωυσή ήταν μια ομάδα οικογενειών που ζούσαν νομαδικά και είχαν εγκατασταθεί στην Αίγυπτο με τον πατέρα τους τον Ιακώβ ή αλλιώς Ισραήλ. Λόγω όμως του συνεχώς αυξανόμενου αριθμού τους οι Αιγύπτιοι εφάρμοσαν σχέδιο ελέγχου τους.
Μία άλλη εκδοχή για την καταπίεση των Εβραίων από τους Αιγυπτίους είναι, πως οι Εβραίοι είχαν ενωθεί με τους εισβολείς Υξώς και είχαν πολεμήσει ενάντια στους Αιγυπτίους. Οι Υξώς κατάφεραν να υποδουλώσουν την Αίγυπτο για αρκετά χρόνια, έως ότου οι Αιγύπτιοι κατάφεραν να τους διώξουν. Ακόμα όμως και μετά την εκδίωξη τους, οι Υξώς επανήλθαν για ένα σύντομο διάστημα σε τμήμα της Αιγύπτου για να εκδιωχθούν οριστικά και να διαλυθούν από τον Τούθμωση Γ’ (1490-1436π.Χ.).
Το γεγονός όμως πως οι Εβραίοι ίσως υπήρξαν σύμμαχοι των Υξώς, έδωσε την αφορμή στον Φαραώ να καταργήσει τα δικαιώματα όλων των Εβραίων, και να τους μετατρέψει σε δούλους.
Σε κάθε περίπτωση σύμφωνα με την Βίβλο, οι Αιγύπτιοι αρχικά είχαν τους Εβραίους ως δούλους, και στην συνέχεια εκδόθηκε διάταγμα σύμφωνα με τον οποίο έπρεπε να σκοτώνεται κάθε αρσενικό παιδί που γεννούσαν οι γυναίκες των Ισραηλιτών. Ένα ζευγάρι όμως Ισραηλιτών, ο Αμράμ και η Ιωχαβέδ γονείς του Μωυσή, έκρυψαν τον νεογέννητο γιο τους ώστε να μην εκτελεστεί. Στην συνέχεια η μητέρα του Ιωχαβέδ έβαλε το βρέφος σε ένα κιβώτιο από πάπυρο και το άφησε στον ποταμό Νείλο.
Το μικρό κιβώτιο με το Μωυσή βρέθηκε σύντομα από την κόρη του Φαραώ που είχε πάει στον Νείλο για να λουστεί. Όταν διαπίστωσε πως υπήρχε ένα μωρό μέσα σε αυτό, αποφάσισε να το υιοθετήσει και του έδωσε το όνομα Μωυσής («σωσμένος από το νερό» ).
Ο Μωυσής μεγαλώνει μέσα στο παλάτι σαν πρίγκιπας, γνωρίζει τα μυστικά της Αιγυπτιακής λατρείας και «μυείται» στην σοφία των Αιγυπτίων, εισχωρώντας στα άδυτα του μακραίωνου Αιγυπτιακού παρελθόντος!
Σύμφωνα με την παλαιά διαθήκη κάποια στιγμή συνειδητοποίησε την καταγωγή του, και αποφάσισε να παίξει λόγω της θέσης του καθοδηγητικό ρόλο στην σωτηρία του Εβραϊκού λαού. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Μωυσής θα αναλάβει να απελευθερώσει τον λαό του και να τον οδηγήσει έξω από την Αίγυπτο στην Γη της Επαγγελίας.
Οι σύγχρονοι ιστορικοί και ερευνητές δεν συμφωνούν στο ποίος ήταν ο Φαραώ την εποχή που ο Μωυσής υιοθετήθηκε από την βασιλική οικογένεια, ούτε για το ποίος κυβερνούσε την εποχή της εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο.
Φαίνεται όμως πως καταλυτικό ρόλο στην ιστορία του Μωυσή αλλά και στην εισαγωγή του Μονοθεϊσμού, διαδραμάτισε ο Φαραώ Ακενατόν, εφόσον χρονικά υποστηρίζεται από κάποιους ερευνητές πως οι δύο άντρες συνυπήρξαν.
Πριν γίνει αναφορά στην πιθανή σχέση του Μωυσή με τον Φαραώ Ακενατόν, θα πρέπει να αναφερθούμε στον Ακενατόν.
O Αμενχοτέπ μετέπειτα Ακενατόν ή Αμένοφις IV (περίπου 1353-1335 π.χ), γιος του Αμένοφι III ήταν Φαραώ της Αιγύπτου. Σε αποικονήσεις της βασιλικής οικογένειας της βασιλείας του πατέρα του, ο Ακενατόν δεν αναπαριστάνεται μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της βασιλικής οικογένειας. Εικάζεται πως αυτό ίσως οφείλεται στην ασθενική του φύση, ή στο παράξενο παρουσιαστικό του. H ανατροφή του ανατέθηκε στο ιερατείο του Ρα στην Ηλιούπολη και όχι στο ιερατείο του Άμμωνα, παραδοσιακού προστάτη του βασιλικού οίκου. Λόγω όμως του πρόωρου θανάτου του μεγαλύτερου αδερφού του και χάρη στην εύνοια της μητέρας του, ο Αμένοφις IV ορίστηκε διάδοχος του θρόνου στην Αίγυπτο και χρίστηκε Φαραώ το 1379 π.Χ.
Μόλις Ακενατόν ανέβηκε στο θρόνο της Αιγύπτου, προχώρησε σε μια εξαιρετικά τολμηρή θρησκευτική μεταρρύθμιση, που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις από το ιερατείο του Άμμωνα. Άλλαξε το όνομά του από Αμεν -Xοτέπ («Ο Άμμων είναι ικανοποιημένος») σε Aκχεν -Aτόν, («Εκείνος που προσφέρει υπηρεσία στον Aτόν» ή, σύμφωνα με μια εναλλακτική ερμηνεία, «Φωτισμένη εκδήλωση του Aτόν» ).
Το ίδιο έκανε και η σύζυγος του βασίλισσά Νεφερτίτη. Ήταν τόσο ανατρεπτική η θρησκευτική μεταρρύθμιση του Ακενατόν που σε αντίθεση με όλους τους προηγούμενους Φαραώ, ο Ακενατόν θεωρούσε τον εαυτό του προφήτη, και όχι ως την προσωποποίηση του Θεού Ώρου στην Γη.
Εισήγαγε τη λατρεία του Θεού ήλιου Aτόν Ρα ως μοναδικού ύψιστου Θεού-δημιουργού. Έδρα της λατρείας υπήρξε αρχικά η πόλη Αννού, ή όπως οι αρχαίοι Έλληνες την αποκαλούσαν, η Ηλιούπολη, όπου ο Ακενατόν μεγάλωσε.
Τον έκτο χρόνο μετά την άνοδο του στο θρόνο, μετέφερε την πρωτεύουσα από τις Θήβες στην καινούργια πόλη που έχτισε για αυτό τον λόγο, το σημερινό Λούξορ. Η πόλη ονομάστηκε ΑκχετAτόν («Ορίζοντας του Aτόν») και ήταν αποκλειστικά αφιερωμένη στον Aτέν, ενώ ένα νέο Ιερατείο επιφορτίζεται με την λατρεία του Ατόν.
Ο αρχαϊκός Aτόν εξυψώθηκε σε θεό του φωτός, στοργικό πατέρα του δημιουργημένου κόσμου και ταυτίστηκε με τον γερακοκέφαλο Ρα. Σύμφωνα με την Αιγυπτιακή μυθολογία, ο Θεός Ρα ήταν ο δημιουργός των Θεών, των ανθρώπων, του κόσμου. Έμβλημά του ήταν ο ήλιος, το σύμβολο της ζωής, του φωτός, της γονιμότητας.
Ο Ρα απεικονίζεται επίσης με έναν οφθαλμό («το Μάτι του Ρα»), ως πανεπόπτης και παντογνώστης. Η μορφή του Ρα αντικαταστάθηκε από το σύμβολο ενός ηλιακού δίσκου («Aτόν» σημαίνει στην κυριολεξία «φωτεινός δίσκος»), που οι καθοδικές ακτίνες του κατέληγαν σε ανθρώπινα χέρια, μερικά από τα οποία κρατούσαν το ιερό ανκχ, σύμβολο της ζωής.
Ο Aτόν δεν αντιπροσώπευε πλέον μόνο τον Ήλιο ως ηλιακό ουράνιο σώμα, αλλά και τη Μονάδα τη Μία ζωοδόχο πηγή που συντηρεί τη δημιουργία με το φως της. Οι Θεοί δεν λατρευόταν πιά στο μισοσκόταδο των άδυτων των ιερών όπου είχαν πρόσβαση μόνο οι ιερείς, αλλά κάτω από το φως του ήλιου, σε τεράστιους υπαίθριους χώρους ανοιχτούς σε όλους τους πιστούς. Η λατρεία επίσης στον Θεό δεν απαιτούσε πλέον τη μεσολάβηση ενός πολυπληθούς ιερατείου όπως γινόταν παλαιότερα, και αυτή ήταν η πιο επαναστατική από όλες τις μεταρρυθμίσεις, ξεσηκώνοντας τις μεγαλύτερες αντιδράσεις από το ιερατείο.
Λόγο των αντιδράσεων στις μεταρρυθμίσεις του αυτές, στον ένατο χρόνο περίπου της βασιλείας του, ο Ακενατόν έδωσε διαταγή να κλείσουν όλοι οι ναοί των άλλων θεών, και εξαπέλυσε σκληρές διώξεις κατά των ιερέων του Άμμωνα.
Ταυτόχρονα διέταξε τη διαγραφή της λέξης «Θεοί» από όλα τα μνημεία της χώρας. Την εποχή της Βασιλείας του Ακενατόν συνεπώς έχουμε την καθιέρωση της πρώτης μονοθεϊστικής θρησκείας τόσο στην ιστορία της Αιγύπτου, όσο και στον γνωστό αρχαίο κόσμο.
Χαρακτηριστικός είναι ο Μέγας ύμνος στον Ήλιο του Ακενατόν :
«Πόσο πολύμορφα είναι τα έργα σου!. Είναι κρυμμένα από την όραση του ανθρώπου. Ω μοναδικέ Θεέ, που όμοιος σου δεν υπάρχει κανείς. Εσύ δημιούργησες τη γη σύμφωνα με την επιθυμία σου όταν ήσουν μόνος. Όλους τους ανθρώπους, όλα τα ζώα, μεγάλα και μικρά, και ότι στέκεται στα πόδια του πάνω στην γη και τρέχει ή πετάει ψηλά με τις φτερούγες του. Και στις χώρες της Συρίας, της Κούς (Αίγυπτος η υπό του αιγαίου χώρα) –εσύ τοποθέτησες τον κάθε άνθρωπο στην θέση του και κάλυψες τις ανάγκες του…
Ο Θεός είναι ένας και μόνος, και δεν υπάρχει άλλος μαζί του. Ο Θεός είναι ο ένας, ο ένας που έπλασε όλα τα πράγματα»,Ο Θεός είναι το αιώνιο ΕΝ, είναι αιώνιος και άπειρος. Διαρκεί εις τους αιώνες των αιώνων. Διήρκησε αμέτρητους αιώνες και θα διαρκέσει μία αιωνιότητα».
Η βασιλεία του Ακενατόν διήρκησε μόλις δεκαεπτά χρόνια. Τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του συγκυβερνά με το γιο του Σμενκάρε και μετά το θάνατό του, θα τον διαδεχτεί ο γιος του Τουταγχαμών, που ανεβαίνει στο θρόνο σε ηλικία 9 ετών.
Ο Τουταγχαμών ο οποίος έζησε 18 μόνο χρόνια, δεν είχε το σθένος να αντισταθεί στις πιέσεις του αποδυναμωμένου αλλά ισχυρού ακόμη ιερατείου του Άμμωνα, έτσι όχι μόνο επανέφερε τη λατρεία του αλλά και απαρνήθηκε το πατρικό του όνομα, αλλάζοντάς το από το αιρετικό Τουτανχατόν («Toutankh Aton» ζώσα εικόνα του Ατέν) στο ορθόδοξο Τουταγχαμών («Toutankh Amon» ζώσα εικόνα του Άμμωνα).
Έτσι λίγο μετά το θάνατό του, ο Aκχενατόν χαρακτηρίστηκε «καταραμένος», η πρωτεύουσα του ΑκχετAτόν εγκαταλείφθηκε, τα κτίσματά του καταστράφηκαν και το όνομά του διαγράφτηκε από όλα τα μνημεία και τα επίσημα αρχεία του κράτους.
Η λατρεία του Aτόν συνεχίστηκε για λίγα χρόνια ακόμα δίχως όμως την υποστήριξη ενός ισχυρού ιερατείου, και του Φαραώ σύντομα ξεχάστηκε, για να επιστρέψουν όλα όπως ήταν πριν τον Ακενατόν, στις Θήβες και στην παλιά θρησκεία του Άμμωνα.
Ας επανέλθουμε όμως ξανά στον Μωυσή.
Οι βιβλικές αναφορές δεν μπορούν να μας βοηθήσουν στον προσδιορισμό της εποχής που έζησε και έδρασε Μωυσής. Συνεπώς οι σύγχρονοι ερευνητές στηρίζονται στις ιστορικές αναφορές του Μανέθωνα, του Ιώσηπου, των Χριστιανών ιστορικών Αφρικανό και Ευσέβιο, και στα πορίσματα των αρχαιολογικών ευρημάτων. (3)
Η παρούσα έρευνα στηρίζεται σε στοιχεία που παρουσιάζει ο Gary Greenberg, πρόεδρος της Βιβλικής Αρχαιολογικής Εταιρείας της Νέας Υόρκης και μέλος του Αμερικανικού Ερευνητικού Κέντρου της Αιγύπτου ανάμεσα σε άλλα.
Για να έχει ο αναγνώστης μία πλήρη άποψη των πορισμάτων όσον αναφορά την χρονολογική ταυτοποίηση των προσώπων θα πρέπει να διαβάσει την έρευνα του Gary Greenberg (4), διότι τα στοιχεία καλύπτουν μία αρκετά μεγάλη χρονική περίοδο. Στην παρούσα μελέτη θα αρκεστούμε συνεπώς στην πιθανότερη εκδοχή σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία.
Σύμφωνα λοιπόν με τους περισσότερους ερευνητές το όνομα Μωυσής είναι καθαρά Αιγυπτιακής προέλευσης, προερχόμενο από την Αιγυπτιακή λέξη «Μς» που σημαίνει «γεννήθηκε». (Το Μωυσής είναι μία Ελληνοποιημένη απόδοση της αρχικής Αιγυπτιακής αυτής λέξης).
Το ότι το όνομα είναι Αιγυπτιακό θα ήταν εξάλλου λογικό, εφόσον η Αιγύπτια πριγκίπισσα που υιοθέτησε και έδωσε το όνομα αυτό στο βρέφος, δεν θα του έδινε Εβραϊκό όνομα εφόσον οι Εβραίοι ήταν επί διωγμό σύμφωνα με την Βίβλο.
Σύμφωνα λοιπόν με την εκδοχή του ιστορικού Ιώσηπου που βασίζεται στον Μανέθωνα, ο Μωυσής ήταν ένας Αιγύπτιος ιερέας ονόματι Οσαρσήφ που οργάνωσε ανταρσία ανάμεσα σε καταπιεσμένους Αιγυπτίους. Αφού άρπαξε την εξουσία από τον Φαραώ, με την βοήθεια των Χαναανιτών συμμάχων του, επέβαλε μία βασιλεία τρόμου στην χώρα, καταστρέφοντας τους ναούς της, βεβηλώνοντας τα ιερά της και λεηλατώντας την χώρα. Μετά ο Οσαρσήφ κυβέρνησε επί δεκατρία χρόνια προτού ο εξόριστος Φαραώ σχηματίσει νέο στρατό και κυνηγήσει αυτόν και τους οπαδούς του στην Χαναάν.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να επισημανθεί πως ο Μωυσής/ Οσαρσήφ έφυγε δύο φορές από την Αίγυπτο μία μόλις πέθανε ο Ακενατόν, και άλλη μία που καταγράφεται ως έξοδος αμέσως πριν την έναρξη της βασιλείας του Φαραώ Σέθου.
Σύμφωνα λοιπόν με τα πορίσματα της έρευνας του Greenberg, o Ακενατόν έγινε Φαραώ μεταξύ 1375 π.χ και 1372, όταν ήταν περίπου είκοσι ετών, εποχή κατά την οποία, ο Μωυσής/Οσαρσήφ θα πρέπει επίσης να ήταν λίγο μεγαλύτερος από τα είκοσι. Εάν συνεπώς ο Μωυσής, μεγάλωσε στο Βασιλικό ανάκτορο θα είχε την ίδια Βασιλική μόρφωση.
Ο Μωυσής/Οσαρσήφ ορίστηκε αρχιερέας του Ρα, τοποθετημένος από τον Ακενατόν να επιβλέπει τις ανατρεπτικές θρησκευτικές του μεταρρυθμίσεις.
Λογικό είναι με την θρησκευτική μεταρρύθμιση του Ακενατόν και την ίδρυση της νέας πρωτεύουσας να δημιουργηθεί μία νέα άρχουσα τάξη που απαριθμούσε χιλιάδες ανθρώπων ενώ πολλοί περισσότεροι έπεσαν σε δυσμένεια, και ήταν ως εκ τούτου εχθρικά διακείμενοι στον Ακενατόν και το ιερατείο του, το οποίο εκπροσωπούσε ο Μωυσής/Οσαρσήφ.
Το όνομα Οσαρσήφ το άλλαξε σε Μωυσής όταν υπηρετούσε ως αρχιερέας υπό τον Ακενατόν, καθώς αυτό είχε προέλευση το όνομα της Οσίριδος, γεγονός που δεν θα ήταν αποδεκτό εκείνη την εποχή. Στην αφήγηση του Μανέθωνος, ο Οσαρσήφ κάνει αυτό ακριβώς επιλέγοντας το «Μς» ως ενός στοιχείου του ονόματος του, που θα το προλόγιζε με το όνομα ενός αποδεκτού Θεού του Ρα συνεπώς το όνομα ίσως ήταν «Ρά-μωσις». (Στα αιγυπτιακά το όνομα θα αποδιδόταν ως «Ρμς», δίχως φωνήεντα).
Σύμφωνα με ην Βίβλο, ο Μωυσής έφυγε από την Αίγυπτο διότι καταδικάστηκε σε θάνατο, καθώς είχε επιτεθεί σε έναν Αιγύπτιο επιστάτη ο οποίος είχε χτυπήσει έως θανάτου έναν Ισραηλίτη εργάτη. Για να σωθεί ο Μωυσής διέφυγε στα βουνά του Σινά όπου έζησε σαράντα χρόνια ως κτηνοτρόφος, βοσκώντας τα κοπάδια του και καθαρίζοντας την ψυχή του. Μία μέρα ο Θεός αποκαλύφθηκε στον Μωυσή με το Θαύμα της καιγόμενης βάτου και τον διέταξε να ελευθερώσει τα τέκνα του Ισραήλ από την αιχμαλωσία.
Ο Μωυσής πέρασε σαράντα χρόνια στην Έρημο, που σημαίνει πως όταν έφυγε θα πρέπει να ήταν περίπου σαράντα ετών, συνεπώς η φυγή του αυτή θα πρέπει να έλαβε χώρα το 1355 π.χ μία χρονολογία που χωρίζει τις βασιλείες του Σμενκαρέ και του Τουταγχαμών, ο οποίος όπως προαναφέρθηκε έθεσε τέλος στις μεταρρυθμίσεις του Ακενατόν, (5) επαναφέροντας τις προηγούμενες θρησκευτικές πρακτικές στο προσκήνιο.
Στην πραγματικότητα, ο Μωυσής ως πρωταγωνιστής στην θρησκευτική επανάσταση του Ακενατόν αναγκάστηκε να φύγει από την Αίγυπτο για να γλιτώσει τις διώξεις.
Σύμφωνα με τον Ιώσηπο οι πολιτικοί εχθροί του Μωυσή φοβόταν πως ο Μωησής θα γινόταν Φαραώ και για αυτό συνωμότησαν να τον σκοτώσουν. Ο Μωυσής όμως προειδοποιήθηκε και έφυγε κρυφά για να γλιτώσει.
Ο Φαραώ ο οποίος ήταν υπεύθυνος για το σβήσιμο των τελευταίων ιχνών του Ακενατόν ήταν ο Χορεμχέμπ, ο οποίος δεν είχε βασιλικό αίμα. Τα Αιγυπτιακά αρχεία ταυτίζουν τα θύματα των διώξεων με τους οπαδούς του Ακενατόν, ενώ η Βίλος με τους ιούς του Ισραήλ. Σε όλη την χώρα οι εναπομείναντες ναοί καταστρέφονται, και εξαλείφεται κάθε αναφορά που αφορούσε την περίοδο του Ακενατόν. Ένα χρόνο πριν πεθάνει ο Χορεμχέμπ διόρισε ως αντιβασιλέα του τον Ραμσή τον Α.
Με τον θάνατο του Χορεμχέμπ ο Μωυσής εκμεταλλεύεται το κενό στην εξουσία, και επιστρέφει στην Αίγυπτο, έχοντας ως στόχο αφενός να χριστεί Φαραώ αλλά και να επαναφέρει τον μονοθεϊσμό του Ακενατόν. Σύμμαχοι του ήταν οι διωκόμενοι πρώην υποστηρικτές του Ακενατόν.
Ανάμεσα στους πρώην υποστηρικτές του Ακενατόν υπήρχε ένας μεγάλος αριθμός ταλαιπωρημένων και μολυσμένων από διάφορες αρρώστιες (λεπροί) Αιγυπτίων (εξαιτίας των διωγμών), αντιπάλων του Ραμσή Α, αλλά και αλλοεθνείς αντιπάλους των Αιγυπτίων.
Ποιοι ήταν αυτοί;
Εκτός της εισβολής Υξώς γνωρίζουμε πως αυτή περίπου την περίοδο, έγινε η εισβολή των «λαών της Θάλασσας» στην Αίγυπτο, οι οποίοι ήταν πιθανώς Φιλισταίοι ή Έλληνες. Ίσως λοιπόν ο Μωυσής συμμάχησε μαζί τους.
Σε κάθε περίπτωση ο Μωυσής ήταν ο ηγέτης ανθρώπων που αντέκρουσαν την ισχύ των Αιγυπτίων Θεών. Η αναμέτρηση τελείωσε με την έξοδο του Μωυσή και των πιστών του, από την Αίγυπτο κυνηγημένος για δεύτερη φορά. Φεύγοντας ο Μωυσής ως πρώην αρχιερέας, κατάφερε να πάρει από τα άδυτα των Αιγυπτιακών ιερών τα ιερά αντικείμενα των σεπτών μυστηρίων ανάμεσα στα οποία και η κιβωτός…!
Σε αυτό το σημείο στην ιστορία της εξόδου, φαίνεται πως εμπλέκεται ο Ελληνικός μύθος του Δαναού και του Αιγύπτου. Ίσως αυτούς αφορά λοιπόν η αναφορά στους «λαούς της θάλασσας».
Σύμφωνα λοιπόν με τον Εκαταίο (Έλληνας συγγραφέας του 4ου αιώνα π.χ, – συνεπώς προηγείται του Μανέθωνα -) η Αίγυπτος υπέφερε από πανώλη, και οι αρχές το απέδιδαν στην παρουσία αλλότριων ατόμων ξένων προς τις παγιωμένες θρησκευτικές τελετές, γεγονός που έκανε τους Θεούς να εξοργιστούν. Για να επανέλθουν οι Αιγύπτιοι Θεοί, διώχθηκαν οι ξένοι αναφέρει ο Εκαταίος, κάτι που είχε ως συνέπεια ο Δανός και ο Κάδμος να πάνε στην Ελλάδα, και ο Μωυσής στην Ιερουσαλήμ.
Η αναφορά αυτή συμπίπτει με τα γεγονότα της εποχής Ακενατόν, γεγονός που ενισχύεται από την αναφορά πως ο Δαναός έφυγε ταυτόχρονα με τον Μωυσή.
Ποίος όμως ήταν ο Δανάος;
Σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία, ο Δαναός ήταν πρόγονος του Περσέα, και γιος του βασιλιά της Αιγύπτου Βήλου. Μητέρα του ήταν η κόρη του Νείλου Αγχινόη, και αδελφός του ήταν ο Αίγυπτος.
Στον Δαναό ο Βήλος έδωσε το βασίλειο της Λιβύης, ενώ τον Αίγυπτο τον όρισε διάδοχό του. Από το γάμο τους με πολλές γυναίκες τα δύο αδέλφια απέκτησαν πολλά παιδιά. Πενήντα γιους ο Αίγυπτος, και πενήντα κόρες ο Δαναός. Μετά τον θάνατο του πατέρα τους, τα αδέλφια ήρθαν σε ρήξη, εξαιτίας των επεκτατικών βλέψεων του Αιγύπτου στην πατρική κληρονομιά. Θέλοντας να συμφιλιωθούν, ο Αίγυπτος πρότεινε στον Δαναό να νυμφευθούν οι γιοι του τις πενήντα κόρες του. Ο Δαναός απέρριπτε συστηματικά την πρόταση του αδελφού του να νυμφευθούν οι ανεψιοί του τις πενήντα κόρες του, θεωρώντας τους αιμόμικτους αυτούς γάμους ανόσια πράξη. Για να απαλλαγεί από την ασφυκτική επιμονή του αδελφού του και να γλιτώσει από την εκπλήρωση του θανατηφόρου χρησμού, που έλεγε πως θα δολοφονηθεί από γιο του αδελφού του, ο Δαναός αποφάσισε να εγκαταλείψει το βασίλειό του, και να ζητήσει καταφύγιο στην προγονική του κοιτίδα, την Ελλάδα.
Με τις οδηγίες της Αθηνάς ναυπήγησε πρώτος μια πεντηκόντορο (πενηντάκωπο πλοίο) την Δαναιδα, και παίρνοντας τις κόρες του αναχώρησε με προορισμό το Λιμάνι του Άργους. Έτσι εκπληρώθηκε και η προφητεία που είχε δώσει ο Προμηθεύς στην πρόγονο του Δαναού Ιώ: «Πέμπτη μετά από αυτόν (τον Έπαφο) γενιά γυναικεία, με τις πενήντα κόρες πάλι στο Άργος αθέλητά της θα’ ρθη, των ξαδέρφων γάμο συγγενικό για να ξεφύγει˙ κι αυτοί ξεφρενιασμένοι από τον πόθο, σαν τα γεράκια θα ριχτούν ξοπίσω σε περιστέρες, κυνηγώντας γάμους αταίριαστους.»
Ο Δαναός έχτισε στο Άργος την ακρόπολη με τεράστιους λαξευτούς ογκόλιθους, που ονομάσθηκε Λάρισα από την κόρη του βασιλιά Πελασγού. Στην κορυφή της έχτισε ναό προς τιμήν του Λαρισαίου Διός, όπου τοποθετήθηκε ξόανο (ξύλινο ομοίωμα) του θεού. Δεν άργησε όμως να καταπλεύσει ο Αίγυπτος με τους πενήντα γιους του, και αξίωσε να πραγματοποιηθούν με τη βία οι αιμομικτικοί γάμοι. Ο Δαναός προσποιήθηκε ότι δέχεται. Αφού έγινε κλήρωση για να γνωρίζει ο κάθε νέος ποια νύμφη θα παντρευτεί, ακολούθησαν οι γαμήλιες τελετές.
Τη νύχτα όμως του γάμου ο Δαναός, έδωσε σε κάθε κόρη του ένα εγχειρίδιο με την εντολή να θανατώσουν τους συζύγους στον ύπνο τους.
Οι Δαναΐδες υπάκουσαν και πραγματοποίησαν την πατρική διαταγή εκτός από δύο, την Ρόδη (ή Βεβρύκη) σύζυγος του Ιππόλυτου και την Υπερμνήστρα Από το χέρι του Λυγκέα βρήκε τελικά τον θάνατο ο Δαναός, και έτσι επαληθεύτηκε ο χρησμός του Αιγύπτιου μάντη. Ο Δαναός όρισε με νόμο, οι Αργείοι από Πελασγοί στο εξής να λέγονται Δαναοί, ονομασία που στα Ομηρικά έπη συμπεριλαμβάνει το σύνολο των Ελλήνων της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας, χαρακτηρίζοντας τους Έλληνες ως μίαν ολότητα: «κατ’ Ευριπίδην, Πελασγιώτας δ’ ονομασμένους το πριν, Δαναούς καλείσθαι νόμον έθηκαν Ελλάδα».
Από τα παραπάνω είναι προφανές πως η ιστορία δεν έχει μια μόνο ανάγνωση, πόσο μεν μάλλον δε όταν τα γεγονότα τα οποία εξιστορούνται απέχουν χιλιάδες χρόνια από εμάς.
Το γεγονός πάντως είναι πως μόνο τυχαίες δεν είναι οι ομοιότητες του τρόπου ζωής των Εβραίων, αλλά και των γεγονότων που περιγράφονται στην Βίβλο με τις «παγανιστικές» πρακτικές των Αιγυπτίων – και όχι μόνο – της εποχής εκείνης, αλλά και της μονοθειστικής θρησκείας που εξελίσεται αργότερα στον Χριστιανισμό…
Σχετικές αναφορές έχω κάνει στην «Χαμένη κιβωτό της Αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας και των Μυστηρίων».
Η ιστορία των Εβραίων θα είναι μία ιστορία επαναλαμβανόμενης υποδούλωσης από ξένα έθνη. Από τους Αιγυπτίους, τους Ασσυρίους, τους Βαβυλώνιους, τους Έλληνες, τους Σύρους, και τέλος το 63 π.χ από τους Ρωμαίους. Αυτές οι κατακτήσεις οδήγησαν αναπόφευκτα τον Εβραϊκό λαό να υποταχθεί στην πολιτιστική επιρροή των κατακτητών του, και υποχρέωσαν τους Εβραίους να διασκορπιστούν σε όλη την Μεσόγειο. Γι’ αυτό τον λόγο ο Εβραίος Μεσσίας αναμενόταν ως ένας πολεμιστής βασιλιάς που θα ερχόταν να απελευθερώσει την Ιουδαία από τους εχθρούς της και να αποκαταστήσει την γενιά του Δαυίδ…
Παραπομπές:
1. Σύγχρονοι μελετητές υποστηρίζουν πως τα παλαιότερα βιβλία της Βίβλου δεν εκδόθηκαν σε πλήρη μορφή πριν από τον 7 αιώνα π.χ, ίσως και μερικούς αιώνες αργότερα, συνεπώς συγγραφέας στης στην μορφή που την ξέρουμε δεν θα μπορούσε να είναι ο Μωησής.
2. Ό Μανέθωνας σε ένα γράμμα του που δημοσιεύεται στο «Contra Appiano» του Ίώσηπου, λεει ότι έγραψε στα χρόνια του Πτολεμαίου Β’ του Φιλάδελφου. Εκεί παρουσιάζεται ως μεγάλος ιερέας και γραφέας των ιερών της Αιγύπτου και ότι γεννήθηκε στη Σεβηνή και κατοικούσε στην Ηλιούπολη. Ο Μανέθωνας μετέφερε στα ελληνικά ότι περιείχαν τα ιερά κείμενα. Ο Μανέθωνας με τη βοήθεια του Τιμόθεου έγραψε τα έξης έργα: 1. «Αιγυπτιακά» ή ιστορία της Αιγύπτου. 2. «Βίβλος του Σώθεως» ή «ο Κυνικός Κύκλος» 3. «Η ιερά Βίβλος» 4. «Επιτομή των Φυσικών», 5. «Περί εορτών», 6. «Περί Αρχαϊσμού και Ευσεβείας», 7. «Περί κατασκευής των Κυφίωv» (Θυμιαμάτων) και 8. «Τα προς Ηρόδοτο». Ξεχωριστά πρέπει να μνημονεύσουμε τα «Κείμενα» του Ερμή του Τρισμέγιστου που είναι το βιβλίο μύησης των αρχαίων ιερών της Αιγύπτου. Και αυτό αποδόθηκε στο ελληνικό πνεύμα, δηλαδή δεν είναι αυτό που θα λέγαμε μετάφραση.Στα «Αιγυπτιακά» του ο Μανέθωνας δίνει τις δυναστείες έτσι όπως τις κρατούσαν στα ιερά, αλλά με εξελληνισμένα ονόματα. Αν εξαιρέσουμε τα «Κείμενα» του Ερμή του Τρισμέγιστου πού σώθηκαν σχεδόν ολόκληρα, όλο το έργο του Μανέθωνα χάθηκε. Σώθηκαν μόνο αποσπάσματα σε έργα των ιστορικών των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων. Η συγκέντρωση των αποσπασμάτων αυτών αποτελεί το έργο του Μανέθωνα πού δημοσιεύεται σε χωριστό τόμο. Από τα αποσπάσματα βγαίνει ότι ο Μανέθωνας έκανε προσπάθεια να συνδέσει τα ιστορικά στοιχεία της Αιγύπτου με τα Ελληνικά δεδομένα, αλλά και με την ιστορία των Εβραίων. Τα πιο σημαντικά αποσπάσματα σώθηκαν από τον Ιώσηπο στο έργο του Contra Apionem βιβλίο Α’ από το Σύγγελο Γεώργιο το Μοναχό, το Σέξτο Ιούλιο Αφρικανό, τον Ευσέβειο κ.ά.
3. Σύμφωνα με τον ιστορικό Αρτάπανο (2ος αιώνας π.χ), ο Μωησής ενώ βρισκόταν στην Αιγυπτιακή αυλή, είχε δεχθεί μεγάλες τιμές από τους ιερείς και σε αναγνώριση των ικανοτήτων του ονομάστηκε Ερμής. Ο Ερμής ταυτίζεται με τον Αιγύπτιο Θεό ΤΩΘ και τον Ερμή τον Τρισμέγιστο.
4. Gary Greenberg, «Το μυστήριο του Μωυσή» εκδόσεις Ενάλιος.
5. Έτσι ο Aιγυπτιακός ΑΤ-OΝ , έγινε ο βιβλικός θεός ΩΝ.
(ΔΙΑΔΡΑΣΤΙΚΟ)