Είπαν να κάνουν ένα νόμο για να προστατεύσουν τα θύματα των fake news, που έγινε μάστιγα στο διαδίκτυο, και βρήκαν τρόπο να ελέγξουν πλαγίως τους δημοσιογράφους. Είναι το όνειρο τους. Κι έχουμε και τον Τορναρίτη (τον Νίκο, όχι τον άλλο), πρόεδρο της αρμόδιας επιτροπής, να παριστάνει τον προστάτη των αδυνάτων.
«Δεν πρόκειται να καθυστερήσουμε άλλο, δεν πρόκειται να αφήσουμε αδύναμους συμπολίτες μας να δέχονται απειλές, εκβιασμούς ή μπούλινγκ από τον οποιονδήποτε εισαγγελέα του διαδικτύου», έλεγε, απαντώντας στις αντιδράσεις της Ένωσης Συντακτών, του Συνδέσμου Εκδοτών, του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και άλλων.
Μην καθυστερήσετε άλλο, καθυστερήσατε ήδη πολύ, αλλά όχι να προτάσσετε την προστασία αδύναμων συμπολιτών μας για να περιορίσετε την ελευθεροτυπία. Διότι αυτό έκαναν. Εμφάνισαν ξαφνικά κάποιες νομοθετικές πρόνοιες οι οποίες ουσιαστικά ποινικοποιούν τη δημοσιογραφία, και τη γελοιογραφία ακόμα. Στο όνομα της προστασίας από τις ψευδείς ειδήσεις του διαδικτύου, παρεισέφρησε αίφνης και από το πουθενά ένα άρθρο το οποίο προνοεί «ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000), ή και στις δύο αυτές ποινές» για όποιον «δημοσιεύει ή αναρτά με οποιονδήποτε τρόπο ή σε οποιαδήποτε μορφή, γραπτό κείμενο ή εικονογραφήσεις ή ο,τιδήποτε άλλο, το περιεχόμενο των οποίων είναι ψευδές, με σκοπό να βλάψει ή να επηρεάσει δυσμενώς την υπόληψη άλλου προσώπου ή να εκθέσει άλλο πρόσωπο σε περιφρόνηση ή χλεύη, ή να επηρεάσει δυσμενώς τα δικαιώματα άλλου προσώπου».
Αυτό μετατρέπει το αστικό αδίκημα του λιβέλου σε ποινικό αδίκημα. Και στοχοποιεί μόνο τους δημοσιογράφους οι οποίοι γράφουν επώνυμα. Οι ανώνυμοι του διαδικτύου θα παραμείνουν ανώνυμοι να συνεχίζουν τη λασπολογία τους, δεν θα τους βρίσκει κανένας να τους κατηγορήσει, και μόνο οι επαγγελαματίες της ενημέρωσης θα μπορούν να διώκονται. Αυτός είναι ο σκοπός της νομοθεσίας;
Τι σημαίνει αυτό; Ότι όταν ένας δημοσιογράφος ασκήσει κριτική σε κάποιον, ακόμα και πολιτικό, θα μπορεί να τον καταγγέλλει στην Αστυνομία η οποία θα ξεκινά έρευνες. Κι άντε να τρέχει ο δημοσιογράφος σε ανακρίσεις και να κινδυνεύει με φυλάκιση. Στο τέλος, θα αναγκαστεί να σιωπά για να αποφύγει τον μπελά. Και οι μόνοι που θα συνεχίσουν να γράφουν ελεύθερα και ανενόχλητα θα είναι όσοι γράφουν ήδη ανενόχλητα σε ανώνυμους λογαριασμούς του διαδικτύου.
Ούτως ή άλλως, η προστασία από τη δυσφήμηση υπάρχει σήμερα μέσω της νομοθεσίας για τους λιβέλους. Και ήδη πληρώνουν τα υπεύθυνα και επώνυμα ΜΜΕ πολλά χρήματα σε αποζημιώσεις όταν καταδικάζονται. Οι ανώνυμοι λογαριασμοί δεν διώκονται ποτέ διότι ουδείς εντοπίζει τους υπεύθυνους για να τους διώξει. Με την ποινικοποίηση θα τους εντοπίζουν;
Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, Σάββας Αγγελίδης, και ο Πρόεδρος της Επιτροπής Νομικών, Νίκος Τορναρίτης, υποστήριξαν την τροπολογία, διότι, έλεγαν, οικογενειάρχες και νεαροί καταστρέφονται και διαπομπεύονται από ψευδείς δημοσιεύσεις και πρέπει να τους προστατεύσουμε.
Πώς θα τους προστατεύσετε όταν απλώς θα ποινικοποιήσετε την επώνυμη δημοσιογραφία και θα μείνει στο απυρόβλητο η ανώνυμη λασπολογία; Το μόνο βέβαιο με αυτές τις νομοθεσίες είναι ότι θα αποδυναμωθεί η ελευθεροτυπία και θα ενισχυθεί η ανωνυμία του διαδικτύου. Ποιος θα γράφει επώνυμα, ακόμα και στο διαδίκτυο, όταν θα κινδυνεύει με ποινική δίωξη. Η διάδοση ψευδών και συκοφαντικών ειδήσεων θα γίνεται σε μεγαλύτερη έκταση ανώνυμα, πίσω από ψευδώνυμα, που δεν εντοπίζει κανείς.
ΑΡΙΣΤΟΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ