Η ευκαιρία για κοινή συμβίωση μεταξύ των δύο εθνικών κοινοτήτων της Κύπρου, των Εκ και Τκ, χάθηκε αρχικά το 1964 και στη συνέχεια οριστικά το 1974.
Παρά τις προσπάθειες ορισμένων να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ των δύο κοινοτήτων και παρά τις προσπάθειες που καταβάλλουμε στα διεθνή φόρα να πείσουμε ότι «μπορούμε να συμβιώσουμε μαζί», η αλήθεια είναι πως κανένας δεν μας πιστεύει.
Μεταξύ 1964 και 1974, οι Τκ έζησαν σε θύλακες, έχοντας δική τους διοίκηση, εφημερίδες, ραδιόφωνο και σχολεία. Καλλιέργησαν ξεχωριστή συνείδηση απ´ ότι οι Εκ, την Τκ συνείδηση. Εμείς φέρναμε βιβλία από την Ελλάδα για να διδάξουμε τα παιδιά μας, οι Τκ έφερναν βιβλία από την Τουρκία για να διδάξουν τα παιδιά τους.
Η Κυπριακή Δημοκρατία, που ιδρύθηκε το 1960, με σκοπό να φιλοξενήσει και να εκπαιδεύσει ισότιμα όλα τα παιδιά της, ανεξάρτητα θρησκείας και γλώσσας, απέτυχε δυστυχώς να το πράξει.
Το 1974, η εισβολή του Τουρκικού στρατού οδήγησε στον βίαιο εκτοπισμό 180 χιλιάδων Εκ κατοίκων και την αντικατάσταση τους στη συνέχεια από Τκ κατοίκους, οι οποίοι μεταφέρθηκαν από τις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία, περιοχές, στην ελεγχόμενη από τον τουρκικό στρατό, περιοχή.
Πρόκειτο για μια καλά σχεδιασμένη σκευωρία σε βάρος της Κύπρου και του λαού της, για την οποία εμπλέκονται πολλοί κύκλοι, ξένοι και ντόπιοι, μεταξύ αυτών και από τη δική μας κοινότητα.
Τώρα, έχει παρέλθει μισός αιώνας από τον βίαιο διαχωρισμό του νησιού και του λαού.
Οι Τούρκοι προβάλλουν ως μόνη ρεαλιστική λύση, τα δύο κράτη, εμείς αρχικά τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, πιο πρόσφατα την αποκεντρωμένη ομοσπονδία.
Κάπου, έχουμε χάσει το δρόμο.
Είναι άραγε αργά για την Κύπρο;
Υπάρχει μήπως ελπίδα για επιστροφή στο δρόμο της συνεννόησης;
Υπάρχουν ακόμη περιθώρια για ένα ενιαίο κράτος;
Ιωσήφ Μουτήρης
Διευθυντής καρδιολογικής κλινικής του ΓΝ Πάφου