Ένα λιλιπούτειο κράτος όπως το δικό μας, βρίσκεται σήμερα, πέντε χρόνια μετά από την απόφαση κατακύρωσης της προσφοράς για κατασκευή τερματικού φυσικού αερίου στο Βασιλικό, στο απόλυτο μηδέν. Το κόστος έχει ήδη εκτοξευθεί στα €542 εκατ. χωρίς ΦΠΑ αλλά τερματικό δεν υπάρχει. Ως εκ τούτου, η φαρσοκωμωδία της έλευσης φυσικού αερίου διαιωνίζεται. Παράλληλα, η κατασκευάστρια εταιρεία διεκδικεί αλλαγές στη σύμβαση, που θα επιφέρουν επιπρόσθετο κόστος €200 εκατ. και σε εξέλιξη βρίσκεται διαιτησία στο Λονδίνο με αβέβαιη την κατάληξη.
Το λιλιπούτειο κράτος μας βρίσκεται ενώπιον ενός αμείλικτου διλήμματος και η επιλογή μέσα από αυτό, όποια και αν είναι, συνεπάγεται επιπρόσθετο βαρύ κόστος και επιπρόσθετη καθυστέρηση στο μεγαλεπήβολο έργο.
Η προαναφερθείσα περιγραφή, εμπερικλείει τη συνήθη ανικανότητα πολλών εκ των διαχειριστών της τύχης διαφόρων μεγάλων έργων σε αυτό το δύσμοιρο τόπο. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, προσλαμβάνει ήδη σκανδαλώδεις διαστάσεις. Πρώτον, επειδή το τεράστιο κόστος έχει ήδη ξεφύγει περίπου κατά €87 εκατ. από το προβλεπόμενο στη σύμβαση του έργου και έπεται συνέχεια.
Δεύτερον, διότι το κεφαλαιώδους σημασίας για τον τόπο έργο, βρίσκεται ήδη με 22 μήνες καθυστέρηση (βάσει της νέα παράτασης την οποία ζητά η κατασκευάστρια εταιρεία για τον Ιούλιο του 2024). Από τον Σεπτέμβριο του 2022, πήγαμε στον Ιούλιο του 2023, από εκεί στον Οκτώβριο του 2023 και τώρα στον Ιούλιο του 2024. Αυτό συνεπάγεται αύξηση στο κατασκευαστικό κόστος αλλά και περαιτέρω κόστος πολλών εκατομμυρίων στους ρύπους τους οποίους πληρώνουμε, το οποίο μετακυλίεται στους λογαριασμούς των καταναλωτών.
Τρίτον, και σε αυτό πρέπει να εστιάσουμε περισσότερο, για όλη αυτή την καταστροφική και ζημιογόνα εξέλιξη, υπήρξαν, εγκαίρως, και πριν και μετά την υπογραφή σύμβασης, προειδοποιήσεις από την Ελεγκτική Υπηρεσία. Ένα μικρό δείγμα από όσα συγκλονιστικά καταγράφει σε έκθεσή της η οποία δημοσιοποιήθηκε προ δύο εβδομάδων: «Α. Σε ένα διαγωνισμό κολοσσιαίου μεγέθους δεν διασφαλίστηκε ικανοποιητική ευρύτητα συμμετοχής, ενώ διαπιστώθηκε και μη ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού, αφού στο στάδιο της αξιολόγησης προχώρησε ένας και μόνο προσφοροδότης.
Β. Εντοπίστηκαν πολύ σοβαρές παραβιάσεις της περί δημοσίων συμβάσεων νομοθεσίας κατά το στάδιο της αξιολόγησης των προσφορών. Γ. Με την υπογραφή της σύμβασης ξεκίνησαν και οι καθυστερήσεις στο έργο. Δ. Παρά τις σοβαρές καθυστερήσεις εκ μέρους του εργολάβου στο έργο, τις οποίες η Υπηρεσία μας συνεχώς υποδείκνυε σε επιστολές της προς την ΕΤΥΦΑ αλλά και στις συνεδρίες της ΣΕΔΕ όπου συμμετέχει με το καθεστώς του παρατηρητή, η ΕΤΥΦΑ πρόσφερε κάλυψη στον εργολάβο με διαβεβαιώσεις ότι αυτός λάμβανε τα απαιτούμενα μέτρα για απορρόφηση των καθυστερήσεων και δεσμευόταν για την έγκαιρη συμπλήρωση του έργου».
Μάλιστα, η Ε.Υ. απηύθυνε προειδοποίηση και για την ποιότητα του έργου και αυτό καλό είναι να το έχουμε υπόψη μας, εάν και όταν το έργο ολοκληρωθεί. Προσευχόμενοι αυτή η προειδοποίηση να μην επαληθευτεί: «Έντονες ανησυχίες στην Υπηρεσία μας έχουν προκαλέσει κυρίως τα προβλήματα ποιότητας στα δύο σημαντικότερα μέρη του Έργου, και συγκεκριμένα, η σωρεία αστοχιών και ελαττωμάτων που παρουσιάστηκαν στο πλοίο κατά τις θαλάσσιες δοκιμές στο ναυπηγείο στην Κίνα θέτοντας ζητήματα λειτουργικότητας και ασφάλειάς του, καθώς και η αστοχία/ ξεφλούδισμα της εποξικής κάλυψης των πασσάλων της προβλήτας στην οποία θα προσδεθεί μόνιμα το πλοίο και θα τοποθετηθεί ο εξοπλισμός παραλαβής και ο αγωγός μεταφοράς του φυσικού αερίου προς τη ξηρά».
Σήμερα, το κράτος βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο. Οι επιλογές που έχει είναι όλες με κόστος. Αν διακόψει τη σύμβαση, το έργο μπαίνει σε περιπέτεια, που συνεπάγεται κι άλλη καθυστέρηση κι άλλο κόστος και συνέχιση ακριβού ρεύματος. Αν αποδεχθεί την απαίτηση της κινέζικης εταιρείας, εκτοξεύει το κόστος του έργου κατά €200 εκατ..
Εδώ ακριβώς, προκύπτει το μέγα ζήτημα των ευθυνών, πολιτικών, διοικητικών και νομικών. Ποιοι είχαν αποφασίσει να προχωρήσουν σε υπογραφή της σύμβασης με τον μοναδικό προσφοροδότη, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τις προειδοποιήσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας; Απάντηση στο μέγα ερώτημα δίδει η ίδια η Ε.Υ. στην έκθεσή της: «Τόσο η ΔΕΦΑ/ΕΤΥΦΑ, όσο και το Υπουργείο Ενέργειας, ουκ ολίγες φορές προέβαλαν ως επιτακτική και άμεση την ανάγκη υλοποίησης του έργου, προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις οι οποίες κάθε άλλο παρά διασφάλιζαν το δημόσιο συμφέρον».
Ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη για την εκτόξευση του κόστους του έργου; Το οποίο, όπως πάντοτε, θα φορτωθούν οι φορολογούμενοι πολίτες. Ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη για το γεγονός ότι το περιβόητο έργο παρουσιάζει ήδη καθυστέρηση σχεδόν δύο χρόνων και ουδείς δύναται με βεβαιότητα να στοιχηματίσει αν και πότε ακριβώς θα ολοκληρωθεί; Ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη για ενδεχόμενα προβλήματα και μετά την ολοκλήρωση; Είναι χαρακτηριστική η τοποθέτηση του υπουργού Ενέργειας προ ημερών: Το έργο έχει πάρα πολλά προβλήματα και έχουν παρατηρηθεί πολλές αστοχίες στο παρελθόν.
Είναι και αυτό κατόρθωμα της Κυβέρνησης Αναστασιάδη. Θα κληθεί ο τέως Πρόεδρος να αναλάβει το κόστος; Οι υπουργοί Οικονομικών και οι υπουργοί Ενέργειας της προηγούμενης κυβέρνησης άραγε; Ακόμη και η Νομική Υπηρεσία ενδέχεται να φέρει ευθύνη.
Μην τρέφετε καμία ψευδαίσθηση. Όλο το κόστος θα το αναλάβουν οι πολίτες. Που συνεχίζουν να ανέχονται κάθε σκανδαλώδη συμπεριφορά εκείνων στους οποίους αναθέτουν την τύχη του κράτους. Ανοχή σημαίνει συνενοχή. Και ανάληψη του κόστους!
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ